Menu Close

Αναρτήσεις

Οι μάχες της Λεμεσού το 1964

Ένα κομμάτι της ταραγμένης νεώτερης ιστορίας της Κύπρου είναι το τουρκικό πραξικόπημα του 1963 – 64. Επρόκειτο για την προσπάθεια υλοποίησης ενός ακόμη βήματος της τουρκικής μακροπρόθεσμης στρατηγικής στο Κυπριακό, όπως αυτή σχεδιάστηκε από τα μέσα της δεκαετίας του 1950. Μετά την αποτροπή της Ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα, η Άγκυρα επεδίωξε περαιτέρω έλεγχο επί της τουρκικής μειονότητας της νήσου, υπονόμευση της υπόστασης του κυπριακού κράτους και εξαναγκασμό των Τούρκων του νησιού σε εγκατάσταση σε περιοχές που θα έλεγχε το τουρκοκυπριακό παρακράτος. 

Η έκρυθμη κατάσταση που δημιουργήθηκε στη Λευκωσία στα τέλη Δεκεμβρίου του 1963, γρήγορα γενικεύθηκε και στις άλλες πόλεις. Στη Λεμεσό η σύγκρουση γενικεύθηκε το Φεβρουάριο το 1963. Οι συγκρούσεις στην πόλη και επαρχία της Λεμεσού εκείνη την περίοδο είναι το θέμα που πραγματεύεται το προσφάτως εκδοθέν βιβλίο του, ο Αδάμος Κόμπος: «Η Τουρκοανταρσία στη Λεμεσό, 1963 – 64». Το εν λόγω πόνημα αποτελεί καρπό πρωτογενούς έρευνας, την οποία ο συγγραφέας διεξήγαγε, κυρίως μέσω ζωντανών πηγών από πρωταγωνιστές των γεγονότων εκείνης της θυελλώδους περιόδου. Πρόκειται για την πρώτη συγγραφική απόπειρα για τις μάχες της Λεμεσού και ως εκ τούτου μεγάλο μέρος από το υλικού που χρησιμοποιείται στο βιβλίο βλέπει για πρώτη φορά το φως της δημοσιότητας.

Οι μάχες της Λεμεσού το 1964Ήδη από τα τέλη του Δεκεμβρίου του 1963, οι Τούρκοι της αστικής Λεμεσού αλλά και των χωριών, καθοδηγούμενοι από την ΤΜΤ, άρχισαν να εφαρμόσουν μέτρα διαχωρισμού, αυτοδιοίκησης, στρατιωτικής παρουσίας και επιβολής έναντι του κράτους της Κυπριακής Δημοκρατίας. Τόσο  στις τουρκικές συνοικίες της πόλης όσο και στα χωριά, άρχισε να γίνεται δύσκολη η επίσκεψη Ελληνοκυπρίων αστυνομικών ή άλλων οργάνων του κράτους.

Οι πρώτες όμως συγκρούσεις με ανταλλαγές πυροβολισμών σημειώθηκαν στις 9 Φεβρουαρίου 1964 έκτος στα χωριά Ασώματος και Επισκοπή, με πιο έντονα στο δεύτερο χωριό αφού οι παρακρατικοί της ΤΜΤ κατέλαβαν τον αστυνομικό σταθμό. Την επομένη μέρα ο σταθμός απελευθερώθηκε. Κατά τη μάχη κτυπήθηκε θανάσιμα ο πρώτος εθελοντής εθνοφρουρός Νίκος Γεωργίου από την Ερήμη.

Όπως ήταν αναμενόμενο, οι προκλήσεις των Τούρκων έγιναν πιο έντονες στην πόλη της Λεμεσού. Η ένταση ξεκίνησε με ποικίλες προκλήσεις των Τούρκων εναντίον των Δυνάμεων Ασφαλείας του κράτους, των διαφόρων υπηρεσιών κοινής ωφελείας και των δημοτικών υπηρεσιών. Ενίοτε οι προκλήσεις λάμβαναν το χαρακτήρα τυφλών απρόκλητων επιθέσεων εναντίον, διερχομένων από τις τουρκικές συνοικίες, Ελλήνων. Όλοι οι δρόμοι εισόδου και εξόδου ελέγχονταν από ενόπλους της ΤΜΤ που επάνδρωναν τα φυλάκια που ανήγηραν επί τούτου, με την καθοδήγηση Τούρκων αξιωματικών του Γραφείου Ειδικού Πολέμου. Η προκλητική παραγνώριση και περιφρόνηση κάθε Αρχής της Κυπριακής Δημοκρατίας ήταν περισσότερο από εμφανής και όσο περνούσαν οι μέρες άλλο τόσο η Τουρκία ενεθάρρυνε την αποσχιστική τους προσπάθεια.

Μέσα σε αυτό το εκρηκτικό κλίμα η σύγκρουση μέσα στην αστική Λεμεσό ήταν αναπόφευκτη. Οι επιχειρήσεις άρχισαν νωρίς τα ξημερώματα της 12ης Φεβρουαρίου 1964. Καθοριστικής σημασίας για την εξέλιξη των επιχειρήσεων ήταν ο ρόλος των ηγετών της ελληνικής πλευράς, του ταγματάρχη Γιώργου Παραρά (Δαμβέργη) και του αγωνιστή της ΕΟΚΑ, Άριστου Χρυσοστόμου.

Σε αντίθεση με τη Λευκωσία, οι δυνάμεις προάσπισης της Κυπριακής Δημοκρατίας ήταν πιο προετοιμασμένες να δεχθούν την τουρκική στρατιωτική πρόκληση. Από νωρίς επετεύχθησαν βασικοί στόχοι όπως ήταν η κατάληψη του Κάστρου, το οποίο δέσποζε της πόλης και έδινε πλεονέκτημα πυρός σε αυτόν που το κατείχε, και η εξουδετέρωση των φυλακίων της ΤΜΤ που βρισκόντουσαν σε ψηλά κτήρια περιμετρικώς των τουρκικών συνοικιών. Οι επιχειρήσεις βεβαίως προκάλεσαν απώλειες σε αμφότερες τις πλευρές.

Η μάχη της Λεμεσού έληξε επιχειρησιακώς με ήττα της ΤΜΤ και κατόπιν παρέμβασης των Βρετανών, οι οποίοι ανέλαβαν προσωρινώς το ρόλο των ειρηνευτών. Στις 13 Φεβρουαρίου επήλθε συμφωνία μεταξύ των δύο πλευρών, χωρίς την υπογραφή «Πράσινης Γραμμής»  όπως έγινε στη Λευκωσία. Αυτή η κατάσταση βοήθησε αργότερα στην σταδιακή συνεργασία Ελλήνων και Τούρκων της πόλης και απέτρεψε την πλήρη απομόνωση, χωρίς όμως τα σημάδια του ελέγχου που ασκούσε η ΤΜΤ στις τουρκικές περιοχές να εξαλειφθούν πλήρως. Η κατάσταση αυτή, όπως άλλωστε και στην υπόλοιπη Κύπρο, προμήνυε το τι θα ακολουθούσε δέκα χρόνια αργότερα.

Το βιβλίο ολοκληρώνεται με αναφορά στα γεγονότα για τη μάχη στη Μαλλιά στις 9 και 10 Μαρτίου 1964.

Η αξιέπαινη έρευνα του Αδάμου Κόμπου έγινε σε μία οριακή περίοδο κατά την οποία πρόλαβε ο συγγραφέας να καταγράψει τις μαρτυρίες πολλών εκ των σημαντικών πρωταγωνιστών των στρατιωτικών επιχειρήσεων στην πόλη και στην επαρχία της Λεμεσού το 1964. Ως εκ τούτου, το βιβλίο αποτελεί μία πολύτιμη πηγή για τους ιστορικούς του μέλλοντος που θα θέλουν να μελετήσουν σε βάθος την ταραγμένη εκείνη περίοδο της νεωτέρας κυπριακής ιστορίας.

Posted in Από Φιλελεύθερο

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *