Menu Close

Αναρτήσεις

Διορθωτής απογοητεύσεων

Μπορεί να έχει πέσει στα σοκάκια ένα λυκόφως που ξεχύνεται από τον αστερισμό των Ιχθύων. Και μπορεί ένας άνδρας με μαύρα γυαλιά να παίζει βιολί στις πέτρες της πιο παλιάς πλατείας της πόλης. Μπορεί τα περιστέρια να πετάνε στον αέρα όλα μαζί. Μπορεί να σφυρίζει ένας σκοπός στο οδόφραγμα. Μπορεί να περπατάς χωρίς να ρωτάς κανέναν για κάποια διεύθυνση σε μια ξένη πόλη που πρώτη φορά επισκέπτεσαι. Ανεβαίνεις τυχαία σε ένα τρένο. Αν ψάχνεις την ευτυχία, μην την ψάχνεις άδικα. Δεν μπορείς να φτάσεις στην ευτυχία, μόνο η ευτυχία φτάνει σ’ εσένα. Αν φτάσει, κράτησέ την σφιχτά. Διότι είναι σαν πεταλούδα. Μπορεί να μην χωρέσει στη χούφτα σου σαν τα αστέρια.

Έλα φίλε μου. Να κανονίσουμε όλα όσα μας καίνε την καρδιά. Να αφήσουμε να βγουν στην επιφάνεια όλα όσα έχουμε φυλακίσει στην ψυχή μας. Όλα όσα πάντα θέλαμε να κάνουμε, αλλά δεν μπορέσαμε να τα κάνουμε. Όλα όσα πάντα θέλαμε να πούμε, αλλά δεν μπορέσαμε να τα πούμε. Ό,τι υπάρχει που φυλάγαμε στη μυρωδιά της ναφθαλίνης μέσα στα παλιά σεντούκια σαν μυστικό. Να το βγάλουμε προς τα έξω, να το σκορπίσουμε στις πλατείες τούτης της πόλης. Να μας πάρουν στα δικαστήρια. Να μας δικάσουν στις αίθουσες των δικαστηρίων που ακόμα περιδιαβάζει το πνεύμα της βασίλισσας. Προσέβαλες, να πουν. Έβρισες. Σπίλωσες. Εξευτέλισες. Δεν καταλαβαίνει άλλωστε ο σεβαστός δικαστής. Γιατί όλα αυτά; Για να γευτείς το σερμπέτι της ευτυχίας. Από πού να ξέρει ο κύριος δικαστής ότι κάναμε έρωτα την ώρα που έπεφταν βροχή οι βόμβες στην πόλη. Από πού να ξέρει ότι ακούγαμε Τσαϊκόφσκι σε τραπέζια με κεριά. Ότι φιλιόμασταν καθώς γινόταν το κάλεσμα για προσευχή.

Πάντα ψάχνεις την εικόνα της ευτυχίας, έτσι δεν είναι; Αδιαφορώ έστω και αν πεθάνω, ακόμα δεν φτιάχτηκε η εικόνα του άλλου, ε εσύ ποιητή. Φτιάχτηκε η εικόνα των μήλων με το λευκό σκέπασμα. Φτιάχτηκε και η εικόνα της μητέρας με το αγγελικό πρόσωπο που θηλάζει το μωρό της με τα ροδαλά μάγουλα. Αλλά ακόμα δεν φτιάχτηκε η εικόνα τού είμαι έτοιμος να τρελαθώ. Δεν φτιάχτηκε η εικόνα τού δεν μπορώ να ζήσω χωρίς εσένα, θα πεθάνω. Φτιάχτηκε η εικόνα του σ’ αγαπώ, αλλά δεν φτιάχτηκε εκείνη του φόβου μην σε χάσω όταν σε αγαπώ. Αυτός είναι ο κόσμος εκείνων που λένε «κάνε έρωτα και όχι πόλεμο» και εκείνων που λένε «κάνε πόλεμο και όχι έρωτα». Φτιάχτηκαν πολλές εικόνες του Ιησού πάνω στον σταυρό, όμως δεν φτιάχτηκε η εικόνα τού αφήστε για αύριο την έγνοια του αύριο. Δεν φτιάχτηκε η εικόνα τού περίμενέ με και θα έρθω.

Έλα φίλε μου. Κάθισε εκεί. Μίλησέ μου όχι για το εμβόλιο, αλλά για το αν είσαι ερωτευμένος. Κοίταξε λίγο προς τον τοίχο και λίγο προς εμένα. Στον τοίχο κρεμότανε ένας πίνακας με λαδομπογιά που είχε φτιάξει ο ίδιος και μου τον είχε χαρίσει. Ένα γήπεδο ποδοσφαίρου που φαίνεται πίσω από συρματοπλέγματα. Και τα τείχη. Και μικρά και μεγάλα σπιτάκια πάνω στα τείχη. «Αυτή δεν μπορεί να είναι η εικόνα της ευτυχίας», είπε. Γιατί δεν μπορεί να είναι; «Ενόσω δεν φεύγουν από τη μέση αυτά τα συρματοπλέγματα δεν μπορεί να είναι», είπε. Άρα η ευτυχία μας κόλλησε στα συρματοπλέγματα. Μου θύμισε τον χαρταετό μου από καλάμι. «Και τα άρθρα σου δεν είναι η εικόνα της ευτυχίας», είπε, «ενόσω δεν εκλείψουν τα παράπονα από εκείνα τα άρθρα, πάλι δεν είναι αυτή η εικόνα». Ακριβώς εκείνη τη στιγμή εμφανίστηκε μπροστά μου μια παλιά φωτογραφία του Βαρωσιού. Μια καταγάλανη θάλασσα. Μια πλαζ με πολυκοσμία. Άνθρωποι που ξαπλώνουν στην άμμο. Παιδιά που παίζουν μπάλα. Άνθρωποι που φτιάχνουν αγαλματάκια με άμμο. «Νά, αυτή είναι η εικόνα της ευτυχίας», είπε.

Η εικόνα της ευτυχίας είναι ίσως το να ξυπνούν δύο άνθρωποι στο ίδιο μαξιλάρι. Το να ενώνουμε την ψυχή και το κορμί μας στα δωμάτιά μας με την ψυχή και το κορμί ενός άλλου ανθρώπου, ακόμα και την ώρα που υπάρχει καταιγισμός ειδήσεων για πόλεμο, ιό και θάνατο. Να αγαπάς και να πεθαίνεις ξέροντας ότι δεν υπάρχει ευτυχισμένος έρωτας και ευτυχισμένος θάνατος. Να μπορούμε να λέμε σ’ αγαπώ ακόμα και στην τελευταία μας πνοή. Να φυτεύουμε στον κήπο ένα δεντράκι ελιάς. Να ποτίζουμε τα λουλούδια στη γλάστρα.  Να προσφέρουμε ένα λουλούδι σε μια μόνη και θλιμμένη γυναίκα που κουρασμένη μοιράζεται με τη θάλασσα τις απογοητεύσεις της. Να παρακολουθούμε μια ταινία δύο άτομα, όχι ένα. Να του αποδεικνύουμε ότι θα μπορούσε να φτιαχτεί ζωή και από τα μυθιστορήματα. Να απλώνουμε στα πόδια του λουλούδια ως ένας διορθωτής απογοητεύσεων και ειδικός στην αγάπη. Η ευτυχία δεν είναι για ένα άτομο. Η θλίψη δεν πρέπει να είναι για ένα άτομο. Αν είναι χαρά, χαρά. Αν είναι λύπη, λύπη. Φτιάχτηκε η εικόνα της Γκουέρνικα, αλλά δεν φτιάχτηκε η εικόνα της μοιρασιάς των θλίψεων και των χαρών.

Μπορεί να έχει πέσει στην πόλη ένα λυκόφως που χύνεται από τον αστερισμό των Ιχθύων. Μπορεί να ψιχαλίζει η βροχή σαν προδοτική κουβέντα. Ο Θόδωρος Αγγελόπουλος βγαίνει από το λιβάδι που κλαίει και κοσμεί το δωμάτιό μας. Στέλνουμε έναν χαιρετισμό, στον άνδρα που παίζει ακορντεόν μπροστά σε έναν τοίχο σε ένα μικρό δωμάτιο, που του έχουν πέσει οι σοβάδες. Χορεύουμε στην ακροθαλασσιά καθώς φυσάει ο άνεμος. Μοιραζόμαστε τη λύπη εκείνης της άγνωστης γυναίκας στην οποία έγραψε γράμματα ο Στέφαν Τσβάιχ. Ακόμα δεν κατέστη δυνατό να φτιαχτεί η εικόνα των ελπίδων και των ονείρων που δεν τελειώνουν ποτέ. Θα φτιαχτεί όμως.

Posted in Από Πολίτη

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *