Του Κώστα Βενιζέλου, 19 Ιανουαρίου 2021Την ώρα κατά την οποία στις ελεύθερες περιοχές της Κύπρου, στη δημόσια σφαίρα, οι συζητήσεις αφορούν την διαφθορά ( όχι κατά της διαφθοράς, αλλά ποιος εμπλέκεται λίγο, πολύ ή καθόλου), αλλά και το Κυπριακό (αναζητώντας ακόμη τι θέλουμε), στο παρασκήνιο αναπτύσσονται διάφορες δράσεις. Αλλά και στο προσκήνιο, είναι σαφές πως η προσπάθεια επαναπροσέγγισης Τουρκίας και Ε.Ε. συνεχίζεται και εντείνεται. Ανακοινώθηκε ταξίδι Τούρκου υπουργού Εξωτερικών, Μεβλούτ Τσαβούσογλου την Παρασκευή στις Βρυξέλλες ενώ στα πλαίσια αυτά πρέπει να περιληφθεί, σε κάποια βαθμό και η χθεσινή παρουσία του Γερμανού ΥΠΕΞ στην Άγκυρα.
Είναι προφανές πως η προσπάθεια που καταβάλλεται για επαναπροσέγγιση Τουρκίας-Ε.Ε., αγγίζει τόσο το Κυπριακό όσο και τα ελληνοτουρκικά. Στο παρελθόν, χρησιμοποιήθηκαν τα ευρωτουρκικά ως εργαλείο ώστε να καταστούν καταλύτης, να επιλυθούν ζητήματα, που προκαλούσε η κατοχική Τουρκία σε βάρος της Κύπρου και της Ελλάδος. Αυτό το εγχείρημα απέτυχε επειδή το κεφάλαιο των ενταξιακών συνομιλιών της Τουρκίας ( όσο διαρκούσαν), λειτούργησε για να αποθρασύνει την κατοχική δύναμη. Κι αυτή τη φορά φαίνεται πως τούτο θα γίνει. Η προσέγγιση με την Άγκυρα έχει ατζέντα κι αφορά τόσο το μεταναστευτικό, το οποίο ο Ερντογάν χρησιμοποιεί ως μπαμπούλα για τους Ευρωπαίους όσο και οι διμερείς οικονομικές συναλλαγές. Το Κυπριακό, τα ελληνοτουρκικά, η ένταση στην Ανατολική Μεσόγειο, είναι ασφαλώς στην ατζέντα. Δεν είναι, όμως, το μείζον. Η έναρξη παράλληλων διαδικασιών, που δρομολογούνται, όπως έχει επισημανθεί συνδέεται με την προγραμματισμένη συζήτηση στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Μαρτίου. Όταν βρίσκονται σε εξέλιξη οι διαδικασίες δεν αναμένεται ότι θα διεξαχθεί η συζήτηση ή τουλάχιστον δεν θα αφορά ενδεχόμενες κυρώσεις.
Είναι σαφές πως ενόψει εξελίξεων, που θα είναι σοβαρές, πιεστικές, επιβάλλεται να εγκαταλειφθεί η εσωστρέφεια και οι βολικές λογικές της πεπατημένης, που είναι εγκλωβισμένες στη «σιγουριά» της συνθηματολογίας. Η Πενταμερής Διάσκεψη, που χρονικά τοποθετείται το δεύτερο δεκαπενθήμερο Φεβρουαρίου, δεν θα είναι ταξίδι αναψυχής στη Νέα Υόρκη. Ο Γενικός Γραμματέας, έχει προφανώς ζυγίσει τα δεδομένα και συγκαλεί την τρίτη, στη διάρκεια της θητείας του, σύναξη για το Κυπριακό και θα επιδιώξει ξεκαθάρισμα προθέσεων. Είτε αποτύχει η προσπάθεια είτε όχι, για τον Γενικό Γραμματέα, θα είναι αποτέλεσμα, που θα καθορίσει τα επόμενα του βήματα.
Η κατοχική Τουρκία έχει ξεκαθαρίσει τις επιδιώξεις της. Να διασφαλίσει την «κυριαρχική ισότητα», δηλαδή ένα συνομοσπονδιακό μοντέλο. Η τουρκική πλευρά δεν βιάζεται για λύση και η «θετική» ανταπόκρισή της στην Πενταμερή έχει σχέση με τα ανταλλάγματα που έχει λάβει. Συγκεκριμένα: Θα είναι όλα τα θέματα προς συζήτηση, περιλαμβανομένης και της συμφωνίας δύο κρατών, της συνομοσπονδίας. Έχει καταφέρει να ενταχθεί στις παρασκηνιακές συζητήσεις και το ενδεχόμενο αλλαγής των παραμέτρων («εάν το θέλουν οι δύο πλευρές» είπε η κ. Λουτ στη Λευκωσία). Αλλά και η επιστράτευση της βρετανικής εμπνεύσεως «εποικοδομητικής ασάφειας», για να μπορεί να… πωληθεί στους Έλληνες η συνομοσπονδία για ομοσπονδία. Σε όλα αυτά βοηθούν και τα Ηνωμένα Έθνη, που με τις δύο τελευταίες εκθέσεις του ΓΓ, έστειλαν στα αζήτητα την Κυπριακή Δημοκρατία και επιστράτευσαν την άκρως επικίνδυνη ορολογία των «ελληνοκυπριακών και τουρκοκυπριακών αρχών». Μια ορολογία, η οποία αντιστρατεύεται τα ψηφίσματα του ίδιου του Οργανισμού και θα ήταν σοβαρός λόγος η Λευκωσία να κατακρίνει έντονα τις εκθέσεις και να ζητήσει να μην ξανασχοληθούν οι συντάκτες τους με το Κυπριακό.
Το ζητούμενο είναι τι θέλουμε εμείς. Όποια μηνύματα, επικίνδυνα, έχουν σταλεί από τη Λευκωσία, πρέπει να αποσυρθούν. Την ίδια ώρα πρέπει να ξεκαθαρισθεί τι θέλουμε. Την αδιέξοδη πεπατημένη, που συζητείται εδώ και 46 χρόνια; Ένα «νέο ρεαλισμό»; Μια κενού περιεχομένου αποκεντρωμένη ομοσπονδία;
Η οδός της λύσης περνά μέσα από την αποκατάσταση της ενότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας και των δικαιωμάτων όλων των πολιτών. Γι’ αυτό και θα πρέπει να εξηγηθεί και στους Τουρκοκύπριους τι θα χάσουν εάν αποδεχθούν χωριστό κράτος ή μια συνομοσπονδία ελεγχόμενη από την κατοχική Τουρκία. Αντί να αντιμετωπίζονται οι εξελίξεις φοβικά, θα πρέπει να αναληφθούν πρωτοβουλίες. Να κατατεθούν δέκα βασικές αρχές, που θα διασφαλίζουν πλήρως τα δικαιώματα των πολιτών, τη συνέχεια του κράτους και την ασφάλεια της χώρας. Χωρίς διαχωριστικές γραμμές, στρεβλώσεις σε βάρος της δημοκρατίας και εξαρτήσεις από τρίτους.