Όπως ήταν αναμενόμενο, ο Ερντογάν δεν διέψευσε τον εαυτό του κατά την επίσκεψη του στα κατεχόμενα! Διακήρυξε στεντόρεια τους τουρκικούς στόχους για την Κύπρο και βέβαια την πολιτική του για την Αμμόχωστο που παραβιάζει τα ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών. Έδειξε πως δεν μπλοφάρει και ότι δεν υπολογίζει κανένα, ούτε Ευρωπαϊκή Ένωση, ούτε Αμερικανούς για τον απλούστατο λόγο επειδή ξέρει ότι δεν πρόκειται να έχει κανένα κόστος και ότι οι εκκλήσεις που του απευθύνονται, ακόμη και κάποιες χλιαρές καταδίκες, είναι ρητορικά σχήματα λόγου. Με αυτά θα ικανοποιηθεί η ελληνική πλευρά και τα τετελεσμένα θα παραμείνουν τετελεσμένα. Το γνωρίζει και από το παρελθόν. Κάθε φορά που η Τουρκία προχωρεί σε τετελεσμένα, όπως στα Στροβίλια, στη νεκρή ζώνη ή την κυπριακή ΑΟΖ θα ακουστούν κάποιες διαμαρτυρίες αλλά τίποτε πέραν τούτου. Και η ελληνική πλευρά νομιμοποιεί κάθε φορά τα τετελεσμένα με την επιστροφή της στο τραπέζι του διαλόγου χωρίς την απαίτηση της προηγούμενης άρσης τους. Και αφού η ελληνική πλευρά δεν επιμένει, γιατί να επιμείνουν οι ξένοι;
Μάλιστα η Άγκυρα γνωρίζει πως θα βρεθούν πολιτικοί και δημοσιογραφικοί κάλαμοι τόσο στη Λευκωσία όσο και στην Αθήνα που θα μιλήσουν για «αδιαλλαξία» αυτών των βολεμένων Κυπρίων που δεν θέλουν λύση, αφού απέρριψαν το σχέδιο Ανάν ή φέρουν την ευθύνη για το ναυάγιο των συνομιλιών στο Κραν Μοντανά. Αρνήθηκαν εν ολίγοις να βάλουν την υπογραφή τους για την αναγνώριση των κατοχικών δεδομένων, τη διάλυση του νόμιμου κράτους και την μετατροπή τους σε κοινότητα με τουρκική επικυριαρχία. Στη Λευκωσία και την Αθήνα υπάρχουν πάντα αποδέκτες της ιδεολογίας του Βισύ, από το όνομα της πόλης στην οποία εγκατατάστάθηκε η γαλλική κυβέρνηση συνεργασίας με το Βερολίνο στο Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο, την ώρα που άλλοι συνέχιζαν την εθνική αντίσταση ενάντια στον κατακτητή.
Η πρόσφατη πάντως επίσκεψη του Ερντογάν στα κατεχόμενα και όσα είπε, σηματοδοτεί μια νέα εποχή για την Κύπρο. Τίποτε δεν θα είναι πια όπως ήταν πριν την επίσκεψη του. Και δεν είναι μόνο ο εποικισμός της Αμμοχώστου αλλά και όσα άλλα είπε και που χρειάζεται αποκωδικοποίηση τους. Και που σίγουρα όμως απομακρύνουν, αν δεν σκοτώνουν, την όποια προοπτική λύσης. Στην περίπτωση της Αμμοχώστου η σαλαμοποίηση, το «άνοιγμα» δηλαδή και ο εποικισμός της πόλης σταδιακά, είναι μια έξυπνη τακτική επειδή ελαχιστοποιεί ή κάνει πιο επιδερμικές τις αντιδράσεις. Ας μη είμαστε αφελείς! Το όποιο «άνοιγμα» της Αμμοχώστου είναι προσάρτηση νέου εδάφους στα κατεχόμενα.
Οι αντιδράσεις από πλευράς Αθήνας παραμένουν χλιαρές και ακολουθούν την πεπατημένη, χωρίς κάποια πρωτοβουλία σε διμερές ή ευρωπαϊκό επίπεδο που θα προκαλούσε κόστος στην Τουρκία ή έστω κάποια διπλωματική ενόχληση.
Το ίδιο και οι αντιδράσεις της Λευκωσίας κινούνται στο ίδιο χαλαρό κλίμα, τυπικές και στερεότυπες επαναδιατυπώσεις των ίδιων και των ίδιων, επαναλαμβανόμενες γενικότητες. Η συνεδρίαση του Εθνικού Συμβουλίου δεν πρόσθεσε τίποτε καινούργιο, μια από τα ίδια.
Αθήνα και Λευκωσία κινούνται στο γνωστό κλίμα ηττοπάθειας και όπως πάντα χωρίς πυξίδα, βλέποντας και κάνοντας.
Στο Συμβούλιο Ασφαλείας που προσέφυγε η Λευκωσία, ο άλλος κηδεμόνας στο Κυπριακό, η Βρετανία, καταβάλλει, μέχρι και την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, αγωνιώδεις προσπάθειες να περισώσει την Τουρκία με μια δήλωση που θα την ρίχνει στα μαλακά. Τόσο που τα υπόλοιπα μόνιμα μέλη του Συμβουλίου ζήτησαν μια πιο καθαρή φρασεολογία με πιο καθαρή την αναφορά στα προηγούμενα ψηφίσματα του Συμβουλίου. Η ίδια αντίδραση φαίνεται να υπήρξε και από μη μόνιμα μέλη του Συμβουλίου. Τρεις χώρες μέλη του Συμβουλίου, η Κίνα, η Ιρλανδία και η Ινδία, έσπασαν τη «σιωπηρή διαδικασία» που ακολουθείτο για το βρετανικό σχέδιο κειμένου προεδρικής δήλωσης για την Αμμόχωστο, το οποίο είχε παρουσιάσει η Βρετανία. Η προσπάθεια των Βρετανών είναι να μη κατονομαστεί η Τουρκία και ο Ερντογάν! Οι Βρετανοί μιλούν για μονομερείς δραστηριότητες αγνώστου προελεύσεως!
Οι Αμερικανοί παρουσιάζονται με μια διφορούμενη θέση. Ο Αμερικανός ΥΠΕΞ Άντονι Μπλίνκεν πιο κοντά στις ελληνικές θέσεις, τουλάχιστον φραστικά, με την υφυπουργό Εξωτερικών Βικτώρια Νούλαντ να κρατά ίσες αποστάσεις και να δηλώνει ότι δεν ξέρει αν υπάρχει τουρκική στρατιωτική βάση ντρόουνς στην Κύπρο. Και όταν ρωτήθηκε για μέτρα εναντίον της Τουρκίας, είπε ότι δεν υιοθετεί την πολιτική “οφθαλμόν αντί οφθαλμού”!
Το ερώτημα βεβαίως, και φτάνουμε στο δια ταύτα, τι πρέπει να πράξει η ελληνική πλευρά, παραμένει. Έγραφα την περασμένη Κυριακή:
«Αν Ελλάδα και Κύπρος είχαν στρατηγική ανακοπής του τουρκικού επεκτατισμού, ο Έλληνας πρωθυπουργός θα ερχόταν στην Κύπρο την επομένη της επίσκεψης του Ερντογάν και μαζί με τον Κύπριο Πρόεδρο θα του απαντούσαν και θα ανακοίνωναν μια νέα εθνική πολιτική σωτηρίας. Μια πολιτική επανατοποθέτησης του Κυπριακού πέρα από τους ορίζοντες μιας άλλης εποχής πριν από μισό αιώνα. Θα ανακοίνωναν μέτρα αποτροπής και ανάσχεσης του τουρκικού επεκτατισμού. Μέτρα που θα είχαν πραγματικό κόστος για την Τουρκία και θα ταρακουνούσαν το ευρωπαϊκό ιερατείο. Μέτρα που θα υποχρέωναν τους Αμερικανούς, ειδικά αυτή τη στιγμή που υπάρχει ένα παράθυρο ευκαιρίας, να τοποθετηθούν και να υιοθετήσουν μια διαφορετική πολιτική από τη σημερινή που ευνοεί τις τουρκικές θέσεις».
Κάτι τέτοιο δεν έγινε φυσικά και ούτε θα γίνει. Στο ίδιο έργο θεατές, μάλλον κάπου τον Σεπτέμβρη, αφού με τα επικοινωνιακά τερτίπια κοπάσει κάπως ο θόρυβος από τις εξαγγελίες Ερντογάν και με την πίεση του ξένου παράγοντα, θα επαναρχίσει ένας θνησιγενής διάλογος χωρίς η Τουρκία να έχει μετακινηθεί από τις θέσεις της. Αντίθετα θα τις κατοχυρώσει στο τραπέζι του διαλόγου.
Πανεπιστημιακός, συγγραφέας της μυθιστορηματικής τριλογίας ΝΟΜΑΔΑΣ, Αθήνα, Εκδόσεις Βακχικόν, 2017-2019