Menu Close

Αναρτήσεις

Μετά την επίσκεψη Ερντογάν

18 Ιουλίου 2021

Η επίσκεψη Ερντογάν στην Κύπρο θα σηματοδοτήσει μια νέα περίοδο τουρκικών προκλήσεων στην Ανατολική Μεσόγειο. Εκμεταλλευόμενος την προσωρινή ανακωχή στο Αιγαίο αλλά και την ανοχή της Αθήνας, της ΕΕ και των Αμερικανών, θα δώσει ρεσιτάλ αδιαλλαξίας και θα προσδιορίσει τα επόμενα βήματα της Τουρκίας όχι μόνο για την Αμμόχωστο αλλά συνολικά για το Κυπριακό. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι θα ανακοινώσει τα επόμενα βήματα επιβολής τετελεσμένων επί του εδάφους και εδραίωσης της κατοχής. Και τα βήματα αυτά, το πιθανότερο θα αφορούν, πέρα από την Αμμόχωστο, και τις έρευνες στην κυπριακή ΑΟΖ, την προώθηση της αναγνώρισης του μορφώματος των κατεχομένων ή και ακόμη αλλαγή των διοικητικών δομών των κατεχομένων για να διευκολύνεται η διακυβέρνησή τους απευθείας από την Άγκυρα. Το θέμα που τίθεται ασφαλώς είναι πώς θα αντιδράσει η ελληνική πλευρά. Όχι μόνο η Λευκωσία αλλά και η Αθήνα που συμπεριφέρεται ως εάν η Κύπρος να ήταν ένα οποιοδήποτε κράτος του πλανήτη και όχι η προκεχωρημένη γραμμή άμυνάς της στον τουρκικό επεκτατισμό.

Αν η αντίδραση θα είναι η γνωστή της πεπατημένης, πολιτική κατευνασμού με συνεχείς υποχωρήσεις όπως έγινε τον περασμένο Νοέμβριο όταν ο Ερντογάν μπήκε θριαμβευτής στην Αμμόχωστο και η Λευκωσία σύρθηκε στην Πενταμερή με την πρόταση των δύο κρατών στο τραπέζι, ενώ η Αθήνα ατένιζε εκ του μακρόθεν, τότε δεν υπάρχει σωτηρία! Διότι, ναι μεν το Κυπριακό θα λυθεί με διαπραγματεύσεις, αλλά όχι με πρόταξη των τουρκικών σχεδιασμών. Ούτε και με την αποδοχή της βρετανικής διαμεσολάβησης που διευκολύνει αυτούς του σχεδιασμούς. Η διαπραγμάτευση δεν μπορεί να στοχεύει στη νομιμοποίηση των τετελεσμένων της κατοχής αλλά στην ανατροπή τους και στην ενότητα του κυπριακού κράτους στη βάση των δημοκρατικών αρχών που ισχύουν σε όλα τα κανονικά κράτη. Ούτε και είναι δυνατό ο Ερντογάν να μπαίνει θριαμβευτής στην Αμμόχωστο και εμείς να πιστεύουμε ότι θα λύσουμε το πρόβλημα με τον δικοινοτικό διάλογο. Να το λύσουμε με ποιον; Με τον Τατάρ, τον εγκάθετο της κατοχής;

Η διολίσθηση στο Κυπριακό ξεκίνησε από τη στιγμή που εμείς οι ίδιοι το μετατρέψαμε σε δικοινοτικό πρόβλημα και δώσαμε συγχωροχάρτι στην Τουρκία. Στη διεθνή κοινότητα κανένας δεν μιλά πια για την κατοχή. Και γιατί να μιλήσει αφού εμείς οι ίδιοι δεν μιλάμε;

Χρειάζεται επομένως ανατροπή της σημερινής πορείας. Η πολιτική που ακολουθείται στο Κυπριακό είναι παλαιολιθικής κοπής, υιοθετήθηκε πριν από σχεδόν μισό αιώνα κάτω από εντελώς διαφορετικές συνθήκες, σε περίοδο Ψυχρού Πολέμου, με εντελώς διαφορετικές γεωπολιτικές ισορροπίες. Επιπλέον, υπήρξε ακόμη και διολίσθηση από την αρχική πολιτική προς το χειρότερο. Υπενθυμίζω ότι η αρχή της διζωνικής ομοσπονδίας υιοθετήθηκε για πρώτη φορά το 1990, επί προεδρίας Γιώργου Βασιλείου, με το ψήφισμα 649 του Συμβουλίου Ασφαλείας της 12ης Μαρτίου 1990. Έγινε δε με την επιμονή των Βρετανών και των Τούρκων και με την αποδοχή Βασιλείου, κάτι που ώς τότε η ελληνική πλευρά αρνείτο να δεχθεί. Για πρώτη φορά λοιπόν εμφανίζεται ο όρος «διζωνική» σε μια διολίσθηση που ενισχύει τα φυλετικά κριτήρια της λύσης που διαπραγματεύεται η πλευρά μας.

Χρειαζόμαστε ανατροπές! Να βγούμε «από το κουτί». Σε μια εποχή ραγδαίων γεωπολιτικών ανακατατάξεων να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε «έξω από το κουτί». Για να μη μας θεωρούν οι Αμερικανοί, Εγγλέζοι, Γερμανοί και ΝΑΤΟ δεδομένους και αναλώσιμους, δώρα εξευμενισμού της Άγκυρας!

Χρειαζόμαστε ανατροπές! Και δυναμική πολιτική ανόρθωσης. Τα εθνικά μας κλαψουρίσματα κανένας δεν τα ακούει. Και προπάντων Ελλάδα και Κύπρος πρέπει να γίνουν σοβαρά κράτη αν θέλουν να έχουν και σοβαρή παρουσία στη διεθνή σκηνή. Και να ισχυροποιήσουν το σπίτι τους για να μπορεί να αντέχει στους ανέμους και τις καταιγίδες. Κανένας δεν θα μας σώσει αν εμείς δεν θέλουμε να σώσουμε τον εαυτό μας. Οι συμμαχίες, όταν υπάρχουν, ενισχύουν τη θέση μας αλλά δεν αντικαθιστούν τις δικές μας ευθύνες.

Η Κύπρος από μόνη της δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τους κινδύνους που την απειλούν και ειδικά τον τουρκικό επεκτατισμό. Και η μόνη χώρα που έχει λόγους να τη στηρίξει δυναμικά είναι η Ελλάδα. Χρειάζεται ένας κοινός άξονας ανάσχεσης-ανατροπής. Αλλά δεν θα σηκώσει μόνη η Ελλάδα το βάρος της κοινής άμυνας. Η Κύπρος θα πρέπει να συμβάλει σοβαρά στην κοινή προσπάθεια. Πέραν των 8 δισεκατομμυρίων πλήρωσαν οι Κύπριοι τα τελευταία χρόνια για την άμυνα, τα οποία φαγώθηκαν αλλού.

Υπάρχουν δυνατότητες ανακοπής της τουρκική προέλασης; Ασφαλώς και υπάρχουν. Η Τουρκία δεν είναι αήττητη. Χρειαζόμαστε ανατροπές για να μπορέσουμε να ανακόψουμε την τουρκική προέλαση και να επιβιώσουμε. Χρειαζόμαστε και στοχαστικές προσαρμογές.

Αν Ελλάδα και Κύπρος είχαν στρατηγική ανακοπής του τουρκικού επεκτατισμού, ο Έλληνας πρωθυπουργός θα ερχόταν στην Κύπρο την επομένη της επίσκεψης του Ερντογάν και μαζί με τον Κύπριο Πρόεδρο θα του απαντούσαν και θα ανακοίνωναν μια νέα εθνική πολιτική σωτηρίας. Μια πολιτική επανατοποθέτησης του Κυπριακού πέρα από τους ορίζοντες μιας άλλης εποχής πριν από μισό αιώνα. Θα ανακοίνωναν μέτρα αποτροπής και ανάσχεσης του τουρκικού επεκτατισμού. Μέτρα που θα είχαν πραγματικό κόστος για την Τουρκία και θα ταρακουνούσαν το ευρωπαϊκό ιερατείο. Μέτρα που θα υποχρέωναν τους Αμερικανούς, ειδικά αυτή τη στιγμή που υπάρχει ένα παράθυρο ευκαιρίας, να τοποθετηθούν και να υιοθετήσουν μια διαφορετική πολιτική από τη σημερινή που ευνοεί τις τουρκικές θέσεις.

Κάτι τέτοιο δεν θα συμβεί φυσικά, γιατί ούτε στην Αθήνα ούτε στη Λευκωσία υπάρχει πολιτική ηγεσία ικανή να ξεφύγει από την πεπατημένη της φθοράς, του ευτελισμού και των φοβικών συνδρόμων. Θα συνεχιστεί η ίδια πολιτική,

«όσο να μας λυπηθεί

της αγάπης ο Θεός,

και να ξημερώσει μιαν αυγή,

και να σε καλέσει ο λυτρωμός,

ω Ψυχή παραδαρμένη από το κρίμα!»

καθώς έγραψε ο Κωστής Παλαμάς για την Ελλάδα της φθοράς και του ευτελισμού μιας άλλης εποχής.

Στέφανος Κωνσταντινίδης

stephanos.constantinides@gmail.com
Πανεπιστημιακός, συγγραφέας της μυθιστορηματικής τριλογίας ΝΟΜΑΔΑΣ, Αθήνα, Εκδόσεις Βακχικόν, 2017-2019.

Posted in Politics, Από Φιλελεύθερο, Κοινωνικά

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *