Menu Close

Αναρτήσεις

Κατακομματιασμένη όπως η Γκουέρνικα

23/06/2021

Εσύ αγαπητέ Πικάσο, εσύ είσαι εκείνος που μας περιέγραψε καλύτερα απ’ όλους. Που μας γνώρισε καλύτερα και από εμάς. Όποτε κοιτάξω την Γκουέρνικα, βλέπω τον εαυτό μας εκεί. Τη ζωή μας. Κατακομματιασμένη. Είμαι θαυμαστής του Βαν Γκονγκ. Αν σε εσένα βρίσκω την έλλειψη ηρεμίας, σε εκείνον βρίσκω την ηρεμία. Θέλω να με περπατήσει και ο Ακίρα Κουροσάβα σε εκείνα τα στενά μονοπάτια στον πίνακα με τον αγρό. Να πάμε ένα ταξίδι. Να περάσουμε από θάλασσες που μοιάζουν με τις δικές μας. Από χωριά που μοιάζουν με τα δικά μας. Από ουρανό όπως ο δικός μας. Να σταματήσουμε λίγο στη Μόσχα. Να πάμε στον Ναζίμ. Ακόμα κανείς δεν μπόρεσε να κάνει τον πίνακα της ευτυχίας μάστορα. Αν θες ρώτησε και τα παιδιά που πουλούν μαντίλια στο πεζοδρόμιο. Δεν γνωρίζουν καν γι’ αυτό. Αν εγώ βλέπω τον εαυτό μας στην Γκουέρνικα, εκείνοι τον βλέπουν σε έναν θαμπό καθρέφτη. Δεν μπόρεσα να πάω σε εκείνα τα σοκάκια εδώ και πολύ καιρό. Ούτε ράφτης έμεινε. Ούτε μαραγκός. Ούτε μπαρμπέρης. Ούτε κάλφας. Η παιδική μας ηλικία είναι κατακομματιασμένη. Όποτε δω μια φωτογραφία του παντοπωλείου από τη δεκαετία του 1950, όποτε δω μια γυναίκα με τσαντόρ να περπατά σε εκείνο τον χώρο, έρχεται στο μυαλό μου η μητέρα μου. Μια γυναίκα από την Τέρα. Γιατί άφησε το χωριό στο οποίο παντρεύτηκε και μετακόμισε στη Λευκωσία; Δεν ρώτησα τους θείους μου.

Μήπως εμείς είμαστε οι τελευταίοι ταξιδιώτες που ξεπροβοδίζει η αγάπη; Δεν έμεινε η παραμικρή αγάπη στην Γκουέρνικα. Υπάρχει δάκρυ. Κλαίνε αθόρυβα όσοι κλαίνε. Σε αυτή την πόλη ζει και ένας πατέρας, ο οποίος δεν έφυγε ποτέ από τον τάφο της πανέμορφης μαθήτριας κόρης του, την οποία σκότωσαν τέρατα με ρόδες. Της παίρνει λουλούδια. Ποτίζει τον τάφο. Κάθεται εκεί με τις ώρες χωρίς να μιλά. Ένας φίλος μου λέει ότι «το δάκρυ είναι η άχρωμη κατάσταση του αίματος». Ναι, αίμα. Άχρωμο αίμα. Όσο και αν βάζεις τον εαυτό σου στη θέση του, δεν μπορείς. Δεν μπορείς να υποφέρεις τον πόνο που υπέφερε. Ο πόνος που υπάρχει σε ένα κορμί δεν μπορεί να βιωθεί σε ένα άλλο κορμί. Έρχεται μια στιγμή που λέτε μακάρι να πέθαινα πλέον. Τι δουλειά έχω σε μια χώρα που δεν υπάρχει χώρος για την αγάπη; Χίλια χαιρετίσματα στον ποιητή που λέει «αν μου έλεγες να πεθάνω, θα πέθαινα, αν μου έλεγες φύγε, θα έφευγα». Χαιρετίσματα και στον Κούρδο φίλο μου από τον Καύκασο. Μου διηγήθηκε τον καρά σεβντά του σε μιαν ακροθαλασσιά που ακούγαμε από μακριά τη χροιά του ήχου του ταρ. Εκείνη η αγάπη τον είχε κάνει φιλόσοφο. «Γυναίκες, αχ γυναίκες», είπε αναστενάζοντας, «άμα τις αγαπήσεις δεν σε αγαπούν και άμα δεν τις αγαπήσεις σε λατρεύουν». Ξέρετε; Ακόμα και στην Γκουέρνικα έχει θέση αυτό. Κατακομματιασμένοι έρωτες. Μήπως άδικα είπε ο ποιητής μου ότι «κάθε έρωτας μοιάζει με το μέρος στο οποίο γεννήθηκε»; Αν έχει βομβαρδιστεί μια πόλη, αν έχει καεί και γκρεμιστεί, μήπως μπορεί να μην αγγίξουν έναν έρωτα εκείνα τα θραύσματα; Μήπως μπορεί να μην έχει πετύχει την καρδιά σου μια σφαίρα; Το σκέφτηκα και εγώ αυτό καθώς περπατούσα κάτω από ένα χλωμό φως σε ένα στενό σοκάκι. Αν δεν με ρωτούσαν «εσύ από ποιους είσαι», δεν θα ερχόταν καν στο μυαλό μου από ποιους είμαι. Ο πατέρας και η μητέρα μου μιλούσαν ελληνικά μεταξύ τους. Από ποιους είμαι; Ούτε από εκείνους που λένε είμαι Τούρκος, ούτε από εκείνους που λένε είμαι Έλληνας. Είμαι από εκείνους που λένε είμαι Κύπριος. Δεν υπάρχει δόλος! Εσείς κάνατε τον δόλο, αν κάποιος έκανε. Είπατε γεννήθηκες Τούρκος. Είσαι μουσουλμάνος. Θρησκεία σου είναι το Ισλάμ. Προφήτης σου ο Μωάμεθ. Η σημαία σου είναι αυτή! Αυτό το χρέος άρχισε από τη γέννηση. Μέχρι τον θάνατο!

Όλα τα όντα που δεν έχουν θρησκεία, φυλή, έθνος, είναι φίλοι μου. Τα λουλούδια, τα δέντρα, τα έντομα, τα πουλιά. Όσο είναι ιστορία πολιτισμού η ιστορία της ανθρωπότητας, άλλο τόσο είναι ιστορία βαρβαρότητας. Καθώς περνούμε ανάμεσα από δύο αιώνες που ενώνονται, σαν να κουβαλούμε μοναξιά αιώνων στην ψυχή μας. Και μας τρομάζει περισσότερο από τη μοναξιά που ζούμε η αναπόφευκτη μοναξιά που θα ζήσουμε. Είναι πολύ δύσκολη η επισκευή της Γκουέρνικας. Είμαστε κατακομματιασμένοι. Είμαστε σε ένα τούνελ θεοσκότεινο. Ψάχνουμε φως. Δεν υπάρχει φως! Ακόμα δεν χάσαμε την ελπίδα μας, όπως οι αγωνιστές που αντιστέκονται στο τελευταίο κάστρο. Πάρε, εισέπνευσε τη μυρωδιά από φούλι. Δεν θα αργήσει να ξημερώσει!

Şener Levent

Posted in Politics, Από Πολίτη, Κοινωνικά

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *