Menu Close

Αναρτήσεις

Αναγκαίος ο εκσυγχρονισμός του κράτους

12 Σεπτεμβρίου 2021, Νίκος Χρ. Χαραλάμπους

Η οικονομική κρίση, όταν ξέσπασε στη χώρα μας πριν από δέκα περίπου χρόνια, σύμπτωμα ενός νοσηρού χρηματοπιστωτικού συστήματος που δρούσε ανεξέλεγκτα, βρήκε την Κύπρο παροπλισμένη και εντελώς ανίκανη να αντισταθεί. Βρήκε την Κύπρο να ταλανίζεται από τη διαπλοκή, τη διαφθορά, τον λαϊκισμό και την ανικανοκρατία. Συνέπεσε και το τεραστίων διαστάσεων έγκλημα στο Μαρί. Πρόβαλε, τότε, το πρόσωπο ενός ανίκανου κρατικού συστήματος, που εκπροσωπούσε μια κυβέρνηση εγκλωβισμένη σε ιδεολογικές αγκυλώσεις. Αυτές οι ιδεολογικές αγκυλώσεις είναι που ώθησαν τον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας να κωφεύσει στις απεγνωσμένες εκκλήσεις για την καταστροφή του υλικού των εμπορευματοκιβωτίων ή για τη μεταφορά του και να αγνοήσει τις υποδείξεις των ΗΠΑ, της Βρετανίας, Γερμανίας και Γαλλίας, οι οποίες προέτρεπαν την Κυπριακή Δημοκρατία να καταστρέψει αμέσως το υλικό, ώστε να αποφευχθεί ο σκοτωμός τόσων συνάνθρωπών μας.

Ο τρόπος που εφευρέθηκε για να ξεπεραστεί η οικονομική κρίση και να επουλωθούν οι πληγές που άφησε το «κούρεμα» των καταθέσεων, που μας επιβλήθηκε, ανέδειξε σε όλη του τη θλιβερή … μεγαλοπρέπεια τη θλιβερή εικόνα του κρατικού μηχανισμού. Η, με προχειρότητα και χωρίς την απαιτούμενη έρευνα, χορήγηση, έστω και σε περιορισμένο αριθμό, της ταυτότητας του πολίτη της Κυπριακής Δημοκρατίας σε κάθε λογής διεθνείς απατεώνες, και το αποκαλυπτικό βίντεο του Al Jazeera, ανέδειξαν τη διάσταση της διάβρωσης των θεσμών και της τρώσης των αξιών. Αναμφίβολα, η χορήγηση της κυπριακής ιθαγένειας σε επενδυτές τρίτων χωρών, αποτελεί μέτρο που μπορεί να αποβεί οικονομικά επωφελές στο κράτος και δεν συνιστά, αυτό καθεαυτό, πράξη παράνομη ή πολιτικά αξιόμεμπτη. Όμως, ο τρόπος που έγινε, διέσυρε και έπληξε το κύρος της Κυπριακής Δημοκρατίας σε μια περίοδο που την ύπαρξή της επιβουλεύονται οι Τούρκοι και οι άλλοι γνωστοί και συνήθεις ύποπτοι. Παράλληλα, οι ενέργειες της κυβέρνησης πρόσφεραν την ευκαιρία στα κόμματα της αντιπολίτευσης να επιδοθούν σε ένα χωρίς όρια και αναστολές λαϊκισμό, διαγκωνιζόμενα το ένα το άλλο ποιο θα καρπωθεί, σε κομματική πελατεία, περισσότερο από τον διασυρμό της χώρας μας.

Όλα τα πιο πάνω, παρουσιάζουν ένα κρατικό μηχανισμό, που δεν φρόντισε να προσαρμοστεί στις μεταβολές των καιρών και στις αλλαγές της κοινωνίας. Πάνω από όλα, ανέδειξαν μια άλλη σοβαρότερη κρίση, που κατατρύχει την κοινωνία μας. Κρίση υπεύθυνων πολιτών με αίσθηση υποχρεώσεων και δικαιωμάτων. Κρίση ήθους και ηθικής, κρίση κοινωνικής ευαισθησίας. Το κυνήγι του χρήματος έγινε αυτοσκοπός και το χρήμα αναδείχθηκε σε μέτρο αξιολόγησης της επιτυχίας του ατόμου. Η επιθυμία απόκτησης όλο και περισσότερων υλικών αγαθών εξελίχθηκε σε μανία καταναλωτισμού. Οι «μίζες» και η φοροδιαφυγή ανελίχθηκαν σε εξυπνάδα. Χάθηκε το μέτρο. Σε τέτοιες καταστάσεις μειώνονται οι αναστολές, χαλαρώνουν οι αντιστάσεις και βρίσκουν ανοικτές τις πόρτες η διαφθορά και η διαπλοκή.

Για να φθάσουμε στο σημερινό αδιέξοδο, είναι πολλά τα αίτια. Έχουν συμβάλλει πολλοί, άλλος περισσότερο, άλλος λιγότερο. Πρώτιστα, το σαθρό πολίτικο σύστημα, το οποίο επέφερε την απαξίωση των πολιτών προς τους πολιτικούς, αλλά και την ίδια την πολιτική ως αξία. Στο σημείο αυτό, θέλω να τονίσω ότι δεν ισοπεδώνω όλους τους πολιτικούς, πρώην και νυν, του τόπου, ούτε και μηδενίζω την προσφορά όλων. Υπάρχουν οι τιμητικές εξαιρέσεις. Όμως, το να αρνούμεθα τη σαθρότητα του πολιτικού συστήματος, συνιστά στρουθοκαμηλισμό. 

Για να βγούμε από το τέλμα της κρίσης των θεσμών και των αξιών, ο δρόμος που προσφέρεται είναι αυτός που οδηγεί στον εκσυγχρονισμό του κράτους. Πρώτα, στον πολιτικό εκσυγχρονισμό. Στην εξάλειψη του πελατειακού κράτους και στην ανάδειξη πολιτικών με πολιτικό ήθος. Στην καθιέρωση ενός νέου πολιτικού λόγου, μεστού με επιχειρήματα και όχι με λαϊκίστικες ατάκες. 

Τούτο είναι έργο της πολιτικής η οποία στη δημοκρατία εκφράζεται και ενεργοποιείται δια των πολιτικών κομμάτων. Η ύπαρξη πολιτικών κομμάτων είναι απαραίτητο στοιχείο του δημοκρατικού μηχανισμού. Αποτελούν θεσμό της πολιτείας και, ειδικότερα, θεσμό υλοποίησης και ουσιαστικοποίησης της λαϊκής κυριαρχίας.

Δυστυχώς, όμως, είναι αφάνταστα δύσκολο να δεχθούμε, ότι τα κυπριακά κόμματα μπορούν να ανταποκριθούν στις ανάγκες της κοινωνίας και του κράτους. Και δεν αναφέρομαι στις πολιτικές ομάδες που σχηματίζουν κατά καιρούς οι διάφοροι πολιτικάντηδες. Αναφέρομαι στα κόμματα που διατηρήθηκαν μέσα στον χρόνο.

Την οργάνωση και λειτουργία των κομμάτων, την χαρακτηρίζουν η αδιαφάνεια και η εσωστρέφεια. Το στελεχικό τους δυναμικό παράγεται και ανακυκλώνεται μέσα στις γνωστές κομματικές θερμοκοιτίδες. Υπάρχουν, βέβαια, και οι εξαιρέσεις. Οι εξαιρέσεις αυτές υπάρχουν για να επιβεβαιώσουν τον κανόνα. Πέραν τούτο, η εσωστρέφεια ευνοεί και τον «νεποτισμό» για τη στελέχωση των κομμάτων, όταν υπάρχουν τα δεδομένα.

Για να βγούμε από αυτό το τέλμα, χρειάζεται πολλά να γίνουν. Πρώτιστα, οι πολίτες πρέπει να αφυπνιστούν και να αναλάβουν ενεργά την άσκηση των πολιτικών τους δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, για να γίνει μια πραγματική ανανέωση του πολιτικού προσωπικού. Να αναδειχθούν νέοι πολιτικοί που να είναι σε θέση να πείσουν τον λαό ότι έχουν τη θέληση και την ικανότητα να επιτύχουν τον εκσυγχρονισμό της πολιτικής ζωής. Θα πείσουν μόνο αν οι εκσυγχρονιστικές τους επαγγελίες συνοδεύονται με αντίστοιχη συμπεριφορά, διότι «το της πόλεως όλης ήθος ομοιούται τοις άρχουσιν» (το ήθος όλων των πολιτών γίνεται όμοιο με το ήθος των αρχόντων). (Ισοκράτης, Προς Νικοκλέα). Τούτο είναι έργο τιτάνιο, το οποίο δυσχεραίνουν πολλοί παράγοντες, όπως ο προαναφερθείς τρόπος λειτουργίας των κομμάτων, παρωχημένα ιδεολογήματα, η δημαγωγία, ο λαϊκισμός και, προ πάντων, η νοσηρή μέθοδος του ρουσφετιού με βάση την οποία διεξάγεται το πολιτικό παιγνίδι.

Άμεση, επίσης, είναι η ανάγκη μεταρρύθμισης της τοπικής αυτοδιοίκησης. Εκτός του ότι, χωρίς τη μεταρρύθμιση, δεν θα μπορέσει η Κύπρος να εκταμιεύσει τους ευρωπαϊκούς πόρους από το Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, είναι, νομίζω, καιρός να λυθεί αυτή η νοσηρή κατάσταση της δυσλειτουργικότητας της τοπικής αυτοδιοίκησης, που χρονίζει εδώ και δέκα έξι ολόκληρα χρόνια και διατηρείται για λόγους ψηφοθηρικούς και για να ικανοποιούνται οι φιλοδοξίες μερικών.

Υπάρχει και το θέμα του εκσυγχρονισμού του υφιστάμενου συστήματος απονομής της δικαιοσύνης, για το οποίο εκκρεμούν σχετικά νομοσχέδια. Δίνεται ιδιαίτερη σημασία στο πρόβλημα της βραδείας εκδίκασης των υποθέσεων, η οποία, σύμφωνα με το χιλιοειπωμένο, συνιστά αρνησιδικία. Όμως, κατά την ταπεινή μου γνώμη και με βάση μια πείρα μισού αιώνα, το μεγάλο πρόβλημα στην κυπριακή δικαιοσύνη, που παράγει και τη βραδυδικία, είναι το ποιοτικό επίπεδο αρκετών δικαστών, όχι ως προς την κατάρτισή τους, αλλά ως προς την κριτική τους ικανότητα. Σεβαστός αριθμός αποφάσεων, που βλέπουν το φως της δημοσιότητας, πείθουν περί του λόγου το ακριβές. Τούτο, οφείλεται στον τρόπο επιλογής των δικαστών. Θα πρέπει να θεσμοθετηθούν αντικειμενικά και αξιοκρατικά κριτήρια και γραπτές εξετάσεις που να αποβλέπουν στη διαπίστωση της πιο πάνω ικανότητας και, γενικά, των ουσιαστικών προσόντων των υποψηφίων, ώστε να επιτυγχάνεται η επιλογή των πιο κατάλληλων.

Προέχει, επίσης, ο εκσυγχρονισμός του εκπαιδευτικού συστήματος. Εξήντα ένα χρόνια από τη γέννηση της Κυπριακής Δημοκρατίας, η παιδεία παραμένει ο «μεγάλος ασθενής» στη χώρα μας. Εκείνο που χαρακτηρίζει το μεγαλύτερο μέρος των χρόνων ζωής της Κυπριακής Δημοκρατίας, είναι η μετατροπή της παιδείας σε ένα μόνιμο πειραματόζωο με αλλεπάλληλες «μεταρρυθμίσεις», με την απουσία συγκεκριμένου και συγκροτημένου οράματος. 

ΑΡΓΟΚΙΝΗΤΗ ΔΙΕΦΘΑΡΜΕΝΗ ΜΗΧΑΝΗ

Τέλος, δεν νοείται εκσυγχρονισμός του κράτους χωρίς μια τολμηρή και ριζοσπαστική αναδιοργάνωση της δημόσιας υπηρεσίας. Τα μεγάλα και χρόνια προβλήματα της δημόσιας υπηρεσίας, τα είχα επισημάνει από τις πρώτες Ετήσιες Εκθέσεις, που υπέβαλλα στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ως Επίτροπος Διοικήσεως. Από τη διερεύνηση μεγάλου αριθμού παραπόνων, πρόβαλλε η εικόνα μιας αργοκίνητης, αναποτελεσματικής και, όχι σε λίγες περιπτώσεις, διεφθαρμένης μηχανής, ανίκανης να ανταποκριθεί στις προκλήσεις των καιρών. Στην Ετήσια Έκθεσή μου για το έτος 1997, έγραψα, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα: «Ειδικότερα, από τη διερεύνηση μεγάλου αριθμού παραπόνων διαπιστώθηκε μια αναχρονιστική αντίληψη από ορισμένους κρατικούς λειτουργούς των σχέσεων κράτους και πολίτη. Διαπιστώθηκαν, επίσης, χρονοβόρες γραφειοκρατικές διαδικασίες, υπέρμετρος συγκεντρωτισμός, επέμβαση μιας υπηρεσίας στις αρμοδιότητες της άλλης και ποσοτική και ποιοτική ανεπάρκεια προσωπικού… Η ενταξιακή πορεία της Κύπρου προς την Ευρωπαϊκή Ένωση υπαγορεύει την ανάγκη προσαρμογής της δημόσιας υπηρεσίας στις σύγχρονες αντιλήψεις και την αναμόρφωσή της σε μια δυναμική και ευέλικτη δημόσια διοίκηση…».

Το έργο του εκσυγχρονισμού του κράτους, δεν είναι εύκολο και απαιτείται μια επίπονη και μακρόχρονη προσπάθεια. Κοινωνικοί θεσμοί, νοοτροπίες και συμπεριφορές δεν αγοράζονται και ούτε εισάγονται. Προϋποθέτουν κοινωνικές, ιδεολογικές, πολιτισμικές, οικονομικές και πολιτικές δομές, συμπεριφορές και αντιλήψεις, που δεν μεταφυτεύονται με μιας. 

Ο δρόμος είναι μακρύς και δύσβατος. Η πορεία προς το τέρμα θα προσκρούσει στη ξύλινη και, συνάμα, εκβιαστική συνδικαλιστική γλώσσα. Θα προσκρούσει στα οργανωμένα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα και στις μικροπολιτικές σκοπιμότητες. Και στο φόβο του πολιτικού κόστους. Αυτό το περιβόητο πολιτικό κόστος καθηλώνει στο τέλμα και αφήνει άλυτα τα πιο βασανιστικά για την κυπριακή κοινωνία προβλήματα.

Όμως, δεν έχουμε άλλη επιλογή. Θα πρέπει να πορευθούμε αυτόν τον δρόμο.

Νίκος Χρ. Χαραλάμπους
Πρώην Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας, πρώην Επίτροπος Διοικήσεως.

Posted in Politics, Από Φιλελεύθερο, Κοινωνικά

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *