Του Θανάση Φωτίου, 21 Μαρτίου 2021
Τον Νοέμβρη του 2016 επικρίναμε τον Άντρο Κυπριανού που, σε μια στιγμή έντασης στη Βουλή, γύρισε προς το μέρος της βουλευτού του κόμματός του, Ειρήνης Χαραλαμπίδου, και με αυταρχικό τρόπο της είπε: «Εσύ να σιωπήσεις. Ξέρεις εσύ καλύτερα από εμένα;».
Λίγους μήνες προηγουμένως ζήσαμε τον σεξισμό του Πρόδρομου Προδρόμου ο οποίος σχολιάζοντας τον αρχικό αποκλεισμό της Αννίτας Δημητρίου από το ψηφοδέλτιο των βουλευτικών εκλογών του 2016, είχε πει: «Η απόφαση που έπρεπε να λάβουμε είχε γνώμονα ότι θα κατεβούμε σε εκλογές, δεν κάνουμε καλλιστεία». Και δικαίως άκουσε τα εξ αμάξης και δικαίως στήθηκε στον τοίχο και δικαίως το αποτέλεσμα της κάλπης οδήγησε κάποιους να κάνουν λόγο -έστω χαιρέκα- για «απόδοση δικαιοσύνης» αφού τελικά η… «μοντέλα», εκλέγηκε πανηγυρικά στην επαρχία της (μάλιστα, με πολλές μονοσταυρίες) ενώ ο ίδιος απέτυχε να εισέλθει στη Βουλή για μόλις 21 ψήφους, τερματίζοντας πίσω από τον Νίκο Νουρή.
Πολύ πιο πριν από τα περιστατικά αυτά, είχαμε τα μεγαλεία του Ανδρέα Κυπριανού, που αποκάλεσε την Ειρήνη Χαραλαμπίδου «τσουλί» και στη συνέχεια τοποθέτησε το κινητό του τηλέφωνο κάτω από το φόρεμά της και προσπάθησε να βγάλει φωτογραφία το εσώρουχό της αλλά και τον αλησμόνητο Ανδρέα Θεμιστοκλέους που ήθελε να του τον μετρήσουν, τον ανδρισμό.
Όλες αυτές οι ενέργειες, όχι μόνο έτυχαν επίκρισης την ώρα που συνέβησαν, αλλά εξακολουθούν ακόμα και σήμερα να συνοδεύουν ως λεκές την πορεία τους. Πρόσφατα δε, γελάσαμε μεν, κακίσαμε δε το ύφος των δύο πρώην υπουργών της Κυβέρνησης Αναστασιάδη, Χάσικου και Γεωργιάδη, που αλληλοπροσφωνήθηκαν με το «ρε» σε αναρτήσεις τους στο twitter. «Είναι τώρα αυτό επίπεδο πρώην υπουργών;», έτσι δεν είπαμε; Ακόμα κι όταν ο Σωκράτης Χάσικος, το 2016 και πάλι (μα τι χρονιά κι αυτή!) είχε ξεφύγει στη διάρκεια τηλεφωνικής παρέμβασης στη μεσημβρινή εκπομπή του ΡΙΚ που συζητιόταν το σκάνδαλο ΧΥΤΥ –ΧΥΤΑ, λέγοντας «Εκάμαν τα σκατά κάποιοι άλλοι, ανέλαβα εγώ να τα καθαρίσω, εν πειράζει, εν η δουλειά μου…» και πάλι δέχθηκε πυρά για χυδαιολογία από τηλεοράσεως. Και εξ όσων θυμάμαι, κάθε φορά που ένας πολιτικός (και όχι μόνο) ξέφευγε του ευπρεπούς, γινόταν λόγος για αθυροστομία, χυδαιολογία και εκπεσμό του πολιτικού πολιτισμού.
Όλα αυτά, μέχρι προχθές. Όταν ο υποψήφιος του Κινήματος Οικολόγων, Μιχάλης Παρασκευάς, νομικός στο επάγγελμα, στόλισε με μια ανάρτηση του στα social media, την Υπουργό Δικαιοσύνης Έμιλυ Γιολίτη, μετά που διάβασε μια είδηση στο SigmaLive που έλεγε: «Γιολίτη: ανησυχητικά τα γεγονότα στη Λεμεσό…». «Μιλούν όλοι, μιλούν και οι κώλοι» έγραψε! Ο υποψήφιος των Οικολόγων, αφού πρώτα φρόντισε να πει πως «είναι σε αυτό το σημείο που σου έρχεται (να πεις) ένα σκάσε ρα μαλακισμένη, γαμώ την κοινωνία μου ποιον μες τούντον κωλότοπο», βρίστηκε στη συνέχεια με τον Διευθυντή του γραφείου του προέδρου της Δημοκρατίας, Βίκτωρα Παπαδόπουλο, αποκαλώντας τον «γελοίο», «ξεφτιλισμένο», «ξιμαρισμένο», «γλείφτη», «κοπρόσκυλο»…
Μπροστά σ’ όλο αυτό τον πεζοδρομιακό οχετό, υπήρξε -αρχικά τουλάχιστον- μια σιωπηλή ανοχή. Ίσως επειδή οι αποδέκτες είναι… «αντιπαθητικοί»! Από κάποιους δε, λέχθηκε πως «δεν πειράζει, τους αξίζει τέτοιοι που είναι». Διότι στις βρισιές και στη χυδαιολογία κάνεις σκόντο, αναλόγως του ποιος είναι ο αποδέκτης.
Τότε, επικρίνοντας τα δύο μέτρα και δύο σταθμά από μέρους των συνήθως λαλίστατων του πληκτρολογίου που υπό άλλες συνθήκες θα είχαν βγει στα κάγκελα, σημειώσαμε και τα εξής: «Αν αντιλαμβάνομαι σωστά την… περιρρέουσα, διαφαίνεται πως από κάποιες πλευρές προκύπτει η ανάγκη υιοθέτησης γλώσσας πεζοδρομίου με τη δικαιολογία ότι “έτσι τους αξίζει”. Αν είναι να εισάγουμε νέα ήθη στον πολιτικό λόγο και πολιτισμό και εάν, μάλιστα, αυτή η πρόταση προέρχεται από ένα κόμμα που φιλοδοξεί να υποδυθεί το σύγχρονο και προοδευτικό, καλό είναι να μας το πουν ξεκάθαρα, να το ξέρουμε. Είμαι σίγουρος πως θα προσφέρει σε όλους μας μια πρώτης τάξεως εκτόνωση το ν’ αρχίσουμε τις χριστοπαναγίες και τα σκάσε ρε ξιμαρισμένε, παλαβέ, μαλάκα, γελοίε τζιαι άλουτε, προς όποιον θεωρούμε ότι “το αξίζει”».
Ποιο απογοητευτικό απ’ όλα, ήταν η δικαιολόγηση από ορισμένους «προοδευτικούς», καθώς κι από κάποιους όψιμους «επαναστάτες» της φακής. Μόνο που αυτά τα έκαναν πρώτοι οι Κασιδιάρηδες της ελληνικής Βουλής και πραγματικά με εκπλήσσει που αδημονούν κάποιοι να ακολουθήσουν τις πρακτικές τους.
Διαβάσαμε για κουστουμαρισμένους που ρήμαξαν τη χώρα και χυδαίους που μας διοικούν στη λογική ενός επιχειρήματος «είναι χυδαίοι, δεν μας αρέσει που είναι χυδαίοι, τους επικρίνουμε που είναι χυδαίοι, ας γίνουμε κι εμείς χυδαίοι αφού είναι χυδαίοι», το οποίο ξεπερνά τα όρια της ανθρώπινης βλακείας. Είδαμε και κάποιους εις άτοπον απαγωγή συμψηφισμούς, του στιλ «προχθές υπερασπιστήκατε τον Γαβριήλ και τους πίνακες του», οπόταν η υπεράσπιση της ελευθερίας έκφρασης της Τέχνης οδηγεί στο να αποδεχθώ κάποιον φιλόδοξο πολιτευτή που λέει «μιλούν όλοι, μιλούν και οι κώλοι» και απευθύνεται στην υπουργό με το «ρα μαλακισμένη»!
Εν ολίγοις, ο τραμπουκισμός συναντά τον τραμπισμό κι εμείς βαράμε παλαμάκια. Να με συγχωρείτε, αλλά εάν το «νέο» που έχουμε να αντιτάξουμε στην όποια ασυδοσία και στο όποιο κατάντημα του συστήματος, είναι αυτό, ευχαριστώ αλλά δεν θα πάρω. Αν ο σκοπός είναι να αντικαταστήσουμε την πολιτική επιχειρηματολογία με άναρθρες κραυγές και να μεταφέρουμε χουλιγκανικό έθος στα έδρανα της Βουλής, ευχαριστώ αλλά δεν θα πάρω. Στη Βουλή δεν έχουμε ανάγκη από ούγκανους, ούτε από χούλιγκανς. Στην Βουλή έχουμε ανάγκη από ανθρώπους με πολιτικό πολιτισμό, με ήθος, με επιχειρηματολογία. Και ευτυχώς, παρά τις όποιες πολιτικές ενδεχομένως διαφωνίες, παρατηρώ πως υπάρχουν αρκετοί τέτοιοι στα πλείστα ψηφοδέλτια.
Περιοδικό “Down Town”, 21.3.2021.