Menu Close

Αναρτήσεις

Τα «προσωπικά αισθήματα πικρίας» και οι λουβάνες για την πάταξη της διαφθοράς

31 Ιανουαρίου 2021

Κάθε άνθρωπος, κατά την προσωπική του άποψη, αποτελεί εξαίρεση στους συνήθεις κανόνες ηθικής. Το έγραψε ο Βρετανός δοκιμιογράφος William Hazlitt (1778-1830) και σήμερα στην Κύπρο βρίσκει απόλυτη εφαρμογή στον πολιτικό πολιτισμό μας. 

Όταν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας απευθύνεται με διάγγελμα στον λαό και η έγνοια είναι να αναδείξει, όπως ο ίδιος είπε, «την ενορχηστρωμένη προσπάθεια κάποιων, μέσα από διαστρέβλωση γεγονότων ή ψιθυρολογία, να δημιουργήσουν την αντίληψη πως ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είναι εμπλεκόμενος σε πράξεις διαφθοράς» δεν σημαίνει τίποτε άλλο παρά πως η μοναδική του έγνοια είναι η δική του αθώωση. Και όχι βεβαίως η αναγνώριση του υπαρκτού προβλήματος της διαφθοράς και της διαπλοκής, για τη διαιώνιση του οποίου έχει και ο ίδιος βαρύτατες ευθύνες, μετά από οκτώ χρόνια στην προεδρία του κράτους. Αν αναγνώριζε το πρόβλημα θα ξεκινούσε από το πιο απλό: Ότι ο ίδιος δεν εξαιρείται «από τους συνήθεις κανόνες της ηθικής». Πιστεύει, όμως, ότι εξαιρείται. Κι από εδώ ξεκινά το πρόβλημα. Δεν θεωρεί μεμπτό και πολιτικά ανήθικο ένας αρχηγός κράτους να δέχεται δώρα από επιχειρηματίες. Όταν διεθνώς κάτι τέτοιο θεωρείται λόγος παραίτησης.

Οι φράσεις «ανέχθηκα και υπέμενα» ή «αντιπαρέρχομαι προσωπικά αισθήματα πικρίας» δεν δικαιολογούν και δεν απαντούν στην κριτική, ούτε αντιμετωπίζουν φαινόμενα διαφθοράς. Πρόκειται για αδικαιολόγητη απόπειρα, για Πρόεδρο και πολιτικό, να αγγίξει ευαίσθητες χορδές του καλόκαρδου Κυπραίου, ιδίως του οπαδού, για να λυπηθεί που ο αρχηγός του δέχεται επιθέσεις ενώ είναι αθώος. «Τον καημένο, πόσα να ανεχθεί, πόση πικρία να του ποτίσουν;» Αυτά, όμως, δεν έχουν θέση στον έλεγχο της πολιτικής ηθικής ή της διαφθοράς. Και φαίνεται ότι ο Νίκος Αναστασιάδης, παρά τα όσα λέει, δεν ανέχεται τον έλεγχο. Ακριβώς γιατί ο ίδιος πιστεύει ή θέλει να δείχνει ότι αποτελεί εξαίρεση στους κανόνες. Επιμένει να υποστηρίζει ότι ο λόγος που δεν επιτρέπει τον έλεγχο των πολιτογραφήσεων από τον Οδυσσέα Μιχαηλίδη είναι επειδή διόρισε Ερευνητική Επιτροπή, και αρνείται να αντιληφθεί ότι δεν πείθει κανέναν. Τον κατηγορούν σχεδόν καθημερινά ότι το δικηγορικό γραφείο που φέρει το όνομά του υπέβαλλε αιτήσεις για πολιτογραφήσεις και τις ενέκρινε το Υπουργικό Συμβούλιο υπό την προεδρία του, αλλά πιστεύει ότι είναι αρκετή απάντηση να δηλώνει (ή οι άνθρωποί του) καθημερινά ότι αποχώρησε από το γραφείο και δεν έχει καμιά σχέση με αυτό, άσχετα αν έχουν οι θυγατέρες του.

Ας ξεκινήσουμε από αυτό που δεν είναι κατηγορίες, αλλά γεγονός. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δέχθηκε να ταξιδεύσει, τον Αύγουστο του 2018, στις Σεϋχέλλες οικογενειακώς (σύζυγος, κόρες, γαμπρούδες, εγγόνια) με ιδιωτικό αεροπλάνο Σαουδάραβα επιχειρηματία. Ταξίδι πολλών χιλιάδων ευρώ. Ποια ήταν η δικαιολογία του όταν αποκαλύφθηκε; Την έδωσε ο ίδιος στον Γενικό Ελεγκτή όταν εξέτασε το θέμα. Δεν ήταν δωρεά, είπε, διότι το αεροσκάφος θα μετέβαινε στις Σεϋχέλλες ούτως ή άλλως, για να μεταφέρει εκεί την οικογένεια του επιχειρηματία και ο Σαουδάραβας πρότεινε να μεταφέρει τον Πρόεδρο και την οικογένειά του «όπως και κατ’ ανάλογο τρόπο διευθετήθηκε και η επιστροφή».

Τέτοιες εξηγήσεις είναι πειστικές μόνο για όσους δεν έχουν πλήρη αντίληψη του σύγχρονου πολιτικού πολιτισμού και των ορίων, ηθικών και θεσμικών, που τέθηκαν με εμπειρίες δεκαετιών για να μην επιτρέπεται ούτε κατά διάνοια η σκέψη της πιθανής διαπλοκής. Και για να διασφαλίζεται αυτό, δηλαδή έστω και η υποψία, απαγορεύεται αυστηρά οποιαδήποτε συναλλαγή και δώρο από επιχειρηματία προς κρατικό αξιωματούχο και προπάντων προς τον αρχηγό του κράτους. Ο δικός μας Πρόεδρος όχι μόνο δεν το δέχεται αυτό, αλλά και όταν ο Γενικός Ελεγκτής εξέτασε τα προεδρικά ταξίδια, δεν έκρυψε τον θυμό του. Του έστειλε επιστολή, 20/1/2020, κατηγορώντας τον ότι συνέταξε έκθεση για τα αεροπορικά του ταξίδια «για να ικανοποιήσει απαράδεκτους και κακόβουλους ισχυρισμούς που διατυπώθηκαν από βουλευτές της αντιπολίτευσης». Ότι πάσχει από «τυπολατρική προσκόλληση στους κανόνες δημοσίων προσφορών ανεξαρτήτως αν τούτο είναι εφικτό ή προς όφελος ή εις βάρος του δημοσίου συμφέροντος». Και ότι καθ’ υπέρβασιν εξουσιών προχώρησε σε έρευνα σε βάρος του.

Γιατί αυτή η αντίδραση; Διότι οι πολιτικοί μας δεν θέλουν να αποδεχθούν ότι η ηθική τάξη και η προστασία των κρατικών θεσμών έχουν συγκεκριμένους κανόνες, γραπτούς και άγραφους, κοινά αποδεκτούς, δοκιμασμένους στη διεθνή κοινότητα, και δεν επιτρέπεται να επαφίενται στην κρίση του Προέδρου ή άλλου εμπλεκόμενου αξιωματούχου. Αν δεν το αντιλαμβάνονται αυτό και πιστεύουν ότι πρέπει να λογοδοτούν και να σέβονται «την τυπολατρική προσκόλληση στους κανόνες» μόνο αν τους πιάσουν στα πράσα να κλέβουν, τότε όσα μέτρα κατά της διαφθοράς και να εξαγγέλλουν θα παραμένουν αμπελοφιλοσοφίες ή, κατά το κυπριακό, λουβάνες.

aristosm@phileleftheros.com

 

Posted in Politics, Από Φιλελεύθερο

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *