Του: ΣΕΝΕΡ ΛΕΒΕΝΤ, 21/12/2020c
Ο αγαπητός μου φίλος Ανδρέας Παράσχος είναι διευθυντής της εφημερίδας «Η Καθημερινή». Η «Καθημερινή» είναι η παλαιότερη εφημερίδα της Ελλάδας. Εδώ και πολύ καιρό εκδίδεται ως εβδομαδιαία και στην Κύπρο. Προκάλεσε μεγάλη αίσθηση και το τελευταίο ρεπορτάζ του Ανδρέα, ο οποίος με τις έρευνές του σε σχέση με την τραγωδία του 1974 και τους αγνοούμενους αποκάλυψε πάρα πολλά. Μίλησε με την Ξένια Χατζηπαύλου από το Βαρώσι. Μάθαμε πολύ θλιβερά πράγματα που καίνε την καρδιά μας από αυτή τη συνέντευξη την οποία παρουσίασε στην κοινότητά μας η Σεβγκιούλ Ουλούνταγ με τη συνοπτική μετάφραση που έκανε. Όταν οι Τούρκοι στρατιώτες μπήκαν στο Βαρώσι, η κυρία Ξένια ήταν οκτώ μηνών έγκυος, λέει. Στα 25 της χρόνια. Ο 30χρονος σύζυγός της Μιχαλάκης εργαζόταν ως βοηθός μάγειρας στο ξενοδοχείο «Φλόριντα». Είχαν τρία παιδιά. Τεσσάρων, τριών και δύο χρόνων. Εκείνη την ημέρα ο Μιχαλάκης βγήκε από το σπίτι για να φέρει πατάτες και γάλα στα παιδιά έτσι ώστε να μην μείνουν νηστικά. Και δεν ξαναγύρισε πίσω. Μαζί του ήταν και ο αδελφός του Κωστάκης, λέει. Ύστερα έμαθε ότι σκοτώθηκαν και οι δύο. Τους βρήκαν οι στρατιώτες της Ειρηνευτικής Δύναμης. Τους πήραν και τους έθαψαν στο παλιό κοιμητήριο του Σταυρού. Πρώτα ειδοποίησαν τους Τούρκους για να μαζέψουν τα πτώματα που βρίσκονταν στον δρόμο. Όταν δεν ενδιαφέρθηκαν καθόλου οι Τούρκοι, τα πήραν και τα έθαψαν οι Σουηδοί στρατιώτες της Ειρηνευτικής Δύναμης.
Η Ξένια έμεινε στο Βαρώσι 15 ημέρες μετά την είσοδο των Τούρκων στρατιωτών στην πόλη. Οκτώ μηνών έγκυος. Και με τα τρία παιδιά της. Μέσα σε ένα διαμέρισμα. Μέσα σε μία κόλαση. Έζησε τρομερό πόνο. Πόνο που δεν θα ξεχάσει ποτέ όσο ζει. Καθώς την άκουγε, πάγωσε ο Ανδρέας. Διηγείται τα εξής η Ξένια:
«Μία μέρα ήρθαν να κάνουν έλεγχο στο σπίτι τρεις Τούρκοι στρατιώτες. Μπήκαν στο δωμάτιο και ανακάτωσαν την ντουλάπα. Δεν βρήκαν απολύτως τίποτα. Μου ζήτησαν να τους δώσω κόκα – κόλα. Δεν υπήρχε κόκα – κόλα στο σπίτι, τους έδωσα νερό. Στο μυαλό του ενός από αυτούς υπήρχαν άλλα πράγματα και προσπάθησαν να με βιάσουν. Αντιστάθηκα. Δεν σήμαινε απολύτως τίποτα γι’ αυτόν ακόμα και το γεγονός ότι ήμουν οκτώ μηνών έγκυος. Πήρε το χέρι μου και το έβαλε στο σώμα του».
Ούτε να τα διηγείσαι, ούτε να τα ακούς αυτά είναι εύκολο. Λέει το εξής ο Ανδρέας: «Βουρκώνουν τα μάτια της κυρίας Ξένιας, ένας κόμπος της έρχεται στον λαιμό και δεν μπορεί να μιλήσει. Σωπαίνω και εγώ και περιμένω να τελειώσει αυτός ο εφιάλτης της σιωπής». Η Ξένια συνεχίζει:
ν̌
«Την επόμενη μέρα ξανάρθαν. Μόλις είδα ότι μπήκαν στο σπίτι, έπεσα στο πάτωμα. Ο τετράχρονος γιος μου έπεσε από πάνω μου και άρχισε να κλαίει βάζοντας τα χέρια του ανάμεσα στα πόδια μου. Γυρίζοντας στους Τούρκους που ήρθαν τους είπε ‘σκότωσαν τον πατέρα μου, μην σκοτώσετε και τη μητέρα μου, την αγαπώ πολύ’. Ένας από τους Τούρκους που ήξερε ελληνικά γύρισε στον γιο μου και τον ρώτησε: ‘Ποιος σκότωσε τον πατέρα σου; Οι Τούρκοι ή οι Άγγλοι;’. Ο Θεός πρέπει να φώτισε το παιδί μου και του είπε ότι τον πατέρα του τον είχαν σκοτώσει οι Άγγλοι».
Μετά από αυτό το γεγονός, η κυρία Ξένια μεταφέρθηκε στην Κάτω Δερύνεια, παραδόθηκε στην ελληνοκυπριακή στρατιωτική μονάδα που βρισκόταν εκεί και εκείνοι τη μετέφεραν στην Ορμήδεια, λέει.
Η Ξένια διηγήθηκε στον Ανδρέα μερικά πράγματα στα οποία υπήρξε μάρτυρας.
«Ένα από αυτά, είπε, είναι η ιστορία μιας γειτόνισσάς μου. Υπέφερε πολύ στα χέρια των Τούρκων αυτή η γειτόνισσά μου. Έξι στρατιώτες ήρθαν και έκαναν έλεγχο στο σπίτι της. Οι πέντε τη βίασαν. Ύστερα την άρπαξαν και την πέταξαν κάτω από το μπαλκόνι. Δεν πέθανε η γυναίκα. Υπέφερε πολύ. Όπως έμαθα αργότερα, υπήρχαν κατάγματα στον σπόνδυλό της και αναγκάστηκε να ζήσει μέσα στον γύψο για μεγάλο χρονικό διάστημα. Επειδή είχε μείνει έγκυος, κάθε τόσο αναγκάζονταν να της σπάνε τον γύψο και να της βάζουν άλλο».
Η Ξένια έφερε στον κόσμο το δεύτερο κοριτσάκι της μέσα στα προσφυγικά αντίσκηνα της Ορμήδειας. Διηγείται ως εξής μία βραδιά που πέρασε στο αντίσκηνο:
«Ένα βράδυ φυσούσε πολύ δυνατά. Το αντίσκηνο ήταν ούτως ή άλλως γυρτό, σχεδόν να γκρεμιζόταν, και ο Θωμάς άρχισε να κλαίει δυνατά. Φώναζε βγαίνοντας έξω από το αντίσκηνο. ‘Βοήθεια πατέρα’! Δεν λυπάσαι τον Θωμά σου; Κοίτα, το αντίσκηνο έπεσε πάνω μας. Βοήθησε πατέρα’. Οι ευρισκόμενοι στα γύρω αντίσκηνα άρχισαν να κλαίνε όταν άκουσαν αυτά τα λόγια. Προσπαθούσαν να παρηγορήσουν τον Θωμά».
Αν πάγωσε το αίμα του Ανδρέα όταν τα άκουγε αυτά, το ίδιο πάγωσε και το δικό μου όταν τα διάβασα. Θυμήθηκα εκείνους που αποκαλούμε «ήρωες πολέμου» και τους βάζουμε παράσημα στο στήθος. Θυμήθηκα τα λόγια του Μπουλέντ Ετζεβίτ ότι «φέρνουμε ειρήνη και στον ελληνοκυπριακό λαό». Και θυμήθηκα και τον παλαιό πολεμιστή που πριν μερικές βδομάδες έπεσε μέσα σε ένα λάκκο στο Βαρώσι και πέθανε. Πρέπει να είναι 71 χρόνων τώρα η κυρία Ξένια. Και ο μικρός Θωμάς 50 χρόνων.
Ευχαριστώ τον Ανδρέα που τα έγραψε αυτά. Εγώ έκλαψα όταν τα διάβαζα. Κλάψτε και εσείς…
Βιασμός στο Βαρώσι
Posted in By Cyclamen