Όσοι παρακολουθούν τις εξελίξεις στην Τουρκία και έχουν την αίσθηση της ιστορίας και της γεωπολιτικής δεν μπορεί παρά να είναι ανήσυχοι γιατί μας αφορούν άμεσα. Ο Ερντογάν διανύει ίσως την πιο δύσκολη περίοδο της πολιτικής του καριέρας. Δημιούργησε σταδιακά ένα δικό του βαθύ κράτος, αλλά δεν είναι σίγουρο ότι το ελέγχει. Καθώς σταδιακά τίθεται και το θέμα της διαδοχής του, δελφίνοι, εκπρόσωποι διαφόρων συμφερόντων και μέλη της οικογενείας του αλληλοϋποβλέπονται και αλληλοϋπονομεύονται. Το επεισόδιο με τους 104 ναυάρχους ήρθε να αυξήσει τη νευρικότητα του συστήματος. Ένα φάντασμα πλανάται συνεχώς πάνω από το κεφάλι του Ερντογάν, αυτό ενός πραξικοπήματος. Αυτό δείχνει η αντίδραση του απέναντι σε μια επιστολή με την οποία απόστρατοι ναύαρχοι εξέφραζαν μια άποψη διαφορετική από τη δική του, που σε μια δημοκρατική χώρα θα αντιμετωπιζόταν ως η άποψη μιας ομάδας πίεσης. Ο Ερντογάν είδε πραξικόπημα πίσω από την επιστολή και συνέλαβε τους επικεφαλής της ομάδας.
Από μιας σκοπιάς η κίνηση των αποστράτων εξυπηρετεί τα σχέδια του για να εντείνει την καταπίεση και την τρομοκρατία. Όμως η καταπίεση και ο εκφασισμός της κοινωνίας δεν λύνουν τα προβλήματα που συσσωρεύονται έντονα τον τελευταίο καιρό: Οικονομία, σχέσεις με τις ΗΠΑ, Κουρδικό, εξωτερικές περιπέτειες, απόρριψη από πολλές χώρες, αραβικές κυρίως που δεν έχουν και τις καλύτερες ιστορικές μνήμες από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Και που τώρα απορρίπτουν τον επεκτατικό νεο-οθωμανισμό με ισλαμικό μανδύα.
Αν ο Κεμαλισμός επιχείρησε τη βίαιη μετάλλαξη της τουρκικής κοινωνίας για να τη φέρει πιο κοντά στη Δύση, ο Ισλαμισμός του Ερντογάν επανέφερε στην επιφάνεια τα βαθιά ρήγματα της τουρκικής κοινωνίας που αφορούν τη δύσκολη σύνθεση ανάμεσα στον Ισλαμισμό και τον εκσυγχρονισμό δυτικού τύπου. Αυτή η διαπάλη συνεχίζεται από τα ύστερα χρόνια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, όταν κάποιοι Σουλτάνοι προσπάθησαν να υιοθετήσουν μεταρρυθμίσεις μιας μορφής εκδυτικοποίησης του κράτους, του στρατού και των θεσμών. Προσπάθεια που συνεχίστηκε από τους Νεότουρκους και πήρε την τελική μορφή της με τον Κεμάλ που ίδρυσε το τουρκικό εθνικό κράτος, αποκόπτοντας την Τουρκία από το οθωμανικό αυτοκρατορικό παρελθόν της. Ο Ερντογάν κατεδάφισε κάποιες από τις αρχές του Κεμαλισμού, επανέφερε μιας μορφής ισλαμοποίηση και προσπάθησε ταυτόχρονα και μιας μορφής οθωμανοποίηση της Τουρκίας. Εντούτοις η σαγήνη της Δύσης παραμένει. Ο ίδιος γνωρίζει ότι τόσο η ισλαμοποίηση όσο και η οθωμανοποίηση έχουν τα όριά τους. Και ότι η απομάκρυνση από τη Δύση είναι αδύνατη. Γι΄αυτό και η Τουρκία ούτε από το ΝΑΤΟ θα φύγει ποτέ, ούτε και από την Ευρώπη και τη Δύση θα απομακρυνθεί. Αυτό που θέλουν οι ισλαμικές νεο-οθωμανικές ελίτ γύρω από τον Ερντογάν είναι μια Τουρκία που να μιλά ισότιμα με την Ευρώπη, ισότιμα με τη Δύση, σαν μια μεγάλη δύναμη, όχι απλώς περιφερειακή, αλλά πλανητική. Και ο Ερντογάν το πέτυχε ώς ένα σημείο. Μιλά με τον Πούτιν, μιλά με τη Μέρκελ, μιλά με την κινεζική ηγεσία, μιλούσε με τον Τραμπ. Και κάποια στιγμή θα μιλήσει και με τον Μπάιντεν.
Η Τουρκία βρίσκεται σε μετάβαση. Αν πάντως ο Ερντογάν επιβιώσει και καταφέρει να ανοίξει και τη διώρυγα που ονειρεύεται στον Βόσπορο, τα γεωπολιτικά δεδομένα αιώνων θα αλλάξουν στην περιοχή, ο Κεμάλ θα ενταφιαστεί και θα πάρει αυτός τη θέση του. Πρόκειται ίσως για την τελευταία παρτίδα σκάκι του Ερντογάν, την πιο επικίνδυνη. Ξέρει ότι το φάντασμα του Ατνάν Μεντερές πλανάται πάνω από το κεφάλι του. Και δεν κινδυνεύει μόνο από τους Κεμαλιστές ή τον στρατό, αλλά και από ένα αυλικό πραξικόπημα, όπως αυτά που γνώρισαν κάποιοι Σουλτάνοι, όταν οι άρχουσες ομάδες δίπλα τους έκριναν ότι έπρεπε να φύγουν βίαια για να διατηρήσουν αυτές τα προνόμιά τους.
Στο διά ταύτα, για μας, με Ερντογάν ή χωρίς, η Τουρκία θα είναι εκεί, η Τουρκία των 80 εκατομμυρίων, απειλητική και για την Ελλάδα και για την Κύπρο. Όσοι έχουν την αίσθηση της ιστορίας και της γεωπολιτικής το αντιλαμβάνονται. Οι άλλοι θα συνεχίσουν να ζουν με τις αυταπάτες και τις ψευδαισθήσεις τους. Αυτό φυσικά δεν σημαίνει πως δεν πρέπει να επιδιώξουμε τις καλύτερες δυνατές σχέσεις με αυτό τον απειλητικό γείτονα. Θα πρέπει όμως να το κάνουμε από θέσεως ισχύος και όχι ως επαίτες.
Εθνική δε ισχύς εκτός από τα όπλα είναι και η οικονομία, ο πολιτισμός, η παιδεία, το συγκροτημένο κοινωνικό κράτος και πολλά άλλα! Είναι το πλέγμα συμμαχιών που δεν θα μας σώσει από μόνο του βεβαίως, αλλά θα λειτουργεί βοηθητικά για την προστασία μας. Ακόμη και συμμαχίες με προοδευτικά κομμάτια της τουρκικής κοινωνίας, με τους Κούρδους, τους Αλεβίτες που δεν είναι ενταγμένοι στο σουνιτικό νεο-οθωμανικό Ισλάμ.
Ζητείται μια νέα πολιτική για την Ελλάδα και την Κύπρο που θα περισώζει την ανεξαρτησία μας, την τιμή και την αξιοπρέπεια μας. Και φυσικά, αν είναι δυνατό, και τις καλές σχέσεις μας με την Τουρκία. Διακόσια χρόνια από την Επανάσταση του 1821, είμαστε σε πολύ καλύτερη θέση από τους τότε επαναστάτες, να συνεχίσουμε την πορεία που εκείνοι χάραξαν κάτω από τις πολύ πιο αντίξοες συνθήκες εκείνης της εποχής. Αν σε κάτι υστερούμε, είναι που μας λείπει η δική τους αρετή και τόλμη.
*Πανεπιστημιακός, συγγραφέας της μυθιστορηματικής τριλογίας ΝΟΜΑΔΑΣ, Αθήνα, Εκδόσεις Βακχικόν, 2017-2019
stephanos.constantinides@gmail.com