Του: Κυριάκου Τσιμίλλη, 06 Δεκεμβρίου 2020, 9:45 πμ
.
Είναι φανερό πως είμαστε και πάλι στην «κρισιμότερη φάση του Κυπριακού» – όπως όλα τα 57 χρόνια τώρα, με μονότονη τη διαπίστωση χειροτέρευσης της κατάστασης… Εδώ που φτάσαμε, πρέπει πια να έχουμε επιβεβαιώσει, πως σημασία δεν έχει μόνο να προβάλλεις την ανάγκη για ειρηνική διευθέτηση μέσα από διάλογο αλλά και να ξέρεις τι διεκδικείς, πώς το διεκδικείς, ποιες είναι οι κόκκινες γραμμές σου και ποια τα εφόδια στη δύσκολη διαδρομή καθώς και τους καθοριστικούς των εξελίξεων παράγοντες.
Η επίσημη παραδοχή πως «είμαστε η αδύνατη πλευρά» (που δεν χρειαζόμασταν και φορτική υπόμνηση από τους … επίσημους που δεν κατανοούν πως δύναμη δεν είναι μόνο η στρατιωτική ισχύς) πλαισιώθηκε σταδιακά με ένα παραμορφωτικό ρεαλισμό και τη σταδιακή αποδοχή και ολίγων τετελεσμένων, χωρίς διασφάλιση πως έτσι αποφεύγονταν τα χειρότερα (που δεν αποφεύχθηκαν). Μέσα από την σταθερά καλλιεργούμενη ηττοπάθεια, ήταν αδύνατο να μην προχωρήσουμε και πέρα από εκείνο τον οδυνηρό (τότε τον είπαν τελευταίο) συμβιβασμό…
Μας ήρθαν κι άλλα πολλά στον δρόμο, κρίσεις οικονομικές, κοινωνικές και (το χειρότερο) ηθικές… Όχι τυχαία κι όχι ανεξήγητα, αλλού στράφηκε το μυαλό και η έγνοια για την επιβίωση. Μέχρι που φέτος επέδραμε κι ο κορωνοιός και κλειστήκαμε στο σπίτι. Τώρα, τουλάχιστον, έχουμε μια δικαιολογία που δεν διαδηλώνουμε – όσο να ΄ναι, η επανάσταση δεν μπορεί να γίνει διαδικτυακά!
Όταν σε παρακολουθεί ο διεθνής παράγοντας και όσοι έχουν ρόλο και δεσμεύσεις για προάσπιση αρχών, άλλοι του ΟΗΕ κι άλλοι του ευρωπαϊκού δικαίου, μπορούν εύκολα να βρουν βολικές δικαιολογίες: «Aφού οι ιθαγενείς το δέχεστε, εμάς δεν μας πέφτει λόγος – για την Ειρήνη βρε παιδιά!»… Η Άγκυρα δεν έχει λόγο να δείξει διαλλακτικότητα όταν απέναντί της έχει, στην ουσία, όχι ένα κράτος μέλος του ΟΗΕ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης που διεκδικεί τα αυτονόητα αλλά ένα υπό την κατοχή της συνομιλητή που δηλώνει αδύναμος; Γιατί να αποσύρει έστω και εκατόν εισβολείς; Φταίμε, λέει, που χάσαμε την «ευκαιρία» του σχεδίου «Ανάν». Δεν είναι πολιτική αφέλεια να υποστηριχτεί πως θίχτηκε η Τουρκία με την απόρριψή του και γιαυτό έγινε περισσότερο επιθετική; Όσον αφορά το παρασκήνιο και το προσκήνιο του Κραν Μοντανά, ευτυχώς που, εκτός από τον παραγυιό του σουλτάνου, ήταν κι άλλοι εκεί παρόντες στη συνολική διαδικασία…
Και τώρα, είμαστε ξανά μπροστά στη διερεύνηση για ένα νέο ξεκίνημα, ούτε καν «από εκεί που μείναμε». Ήρθε ξανά η απεσταλμένη του Γενικού Γραμματέα να μάθει από κοντά τα νέα ωσάν αυτά να μην είχαν ήδη ταξιδέψει πέρα από τον Ατλαντικό. Τα ίδια τής είπε ξανά ο τοποτηρητής του σουλτάνου. Τι άλλο, όμως, λέγανε για δυόμισι ώρες; Πάντως για την Αμμόχωστο δεν μίλησαν, πού να θυμάται η κα Λουτ τα ψηφίσματα του ΟΗΕ για την κατεχόμενη πόλη! Εμείς πάντως την ενθαρρύνουμε να «πεταχτεί» μέχρι το σεράϊ για να μάθουμε τις προθέσεις της Τουρκίας. Τόσο αδιάβαστοι πια! Μα και ευγενικοί και διακριτικοί – δεν είπαμε ούτε για τη νέα κατοχική επέκταση στην Αμμόχωστο ούτε για τη νέα εισβολή στην κυπριακή ΑΟΖ. Μη τυχόν και μας παρεξηγήσουν πως δεν θέλουμε συνομιλίες τώρα και πως ούτε «λύση τώρα» θέλουμε. Έτσι είπαμε ναι στο επόμενο βήμα, μια νέα πενταμερή – δεν είναι κακό, θα είναι και άτυπη! Τι τους θέλουμε πια τους τύπους…
Μήπως τώρα, με την αυθάδη κι επίμονη προβολή από τον σουλτάνο και τον τοποτηρητή των δυο κρατών, θα ΄πρεπε να δούμε ξανά τα πράγματα από την αρχή διεκδικώντας από τον διεθνή παράγοντα τη στήριξη όχι απλά για να αποφύγουμε μια καθαρόαιμη διχοτόμηση αλλά για τη διασφάλιση των χαρακτηριστικών ενός φυσιολογικού κράτους, ευρωπαϊκών προδιαγραφών για το ίδιο και τους πολίτες του; Θα χρειαστεί να θυμηθούμε (και να θυμίσουμε) όλα τα ψηφίσματα του ΟΗΕ που μιλούν για πρόσφυγες και για στρατεύματα, για το ψευδοκράτος και για το Βαρώσι. Προς τι, αλήθεια, η επιλεκτική μνήμη; Κι άμα δεν τα θυμόμαστε εμείς, γιατί να τα θυμάται οποιοσδήποτε άλλος, διαιτητής, μεσολαβητής, επαγγελματίας ειρηνοποιός ή κατοχική δύναμη;
Με τη συγκεκριμένη διαδικασία, ουδεμία εξέλιξη μπορεί να υπάρξει αν δεν συμπλέει με τις επιθυμίες της Άγκυρας για διαιώνιση του ελέγχου της, άμεσα ή έμμεσα, σ΄ολόκληρη την Κύπρο. Κι αν η άτυπη ή ανεπίσημη (αλλά πάντα πενταμερής) διαδικασία φτάσει σε αδιέξοδο; Αν η κατοχική πλευρά επιμείνει στα δυο κράτη, ο τυπικά (λόγω πενταμερούς, ατυχώς) υποβαθμισμένος πρόεδρος δεν θα μπορεί να συναινέσει, ακόμα κι αν ο ίδιος είχε προβάλει τις ατυχείς διερευνητικές αναζητήσεις του (μόνο;) για χαλαρή και αποκεντρωμένη ομοσπονδία – ακόμα πιο στενό συγγενή των δυο κρατών. Στο τραπέζι θα έχουν κιόλας μείνει όλες οι «νέες ιδέες». Ευτυχώς που υπάρχει κι ο γνωστός χρησμός πως «δεν έχει συμφωνηθεί τίποτε αν δεν συμφωνηθούν όλα». Πόσο όμως έχουμε διολισθήσει όλα αυτά τα χρόνια με αυτό τον χρησμό σε ισχύ;
Για όσους, εκατέρωθεν του κατοχικού οδοφράγματος, το ζητούμενο είναι μια πραγματικά ελεύθερη κι ενωμένη κοινωνία σε ένα φυσιολογικό κράτος, χωρίς ρατσιστικές διακρίσεις και κάθε μορφή εκμετάλλευσης των πολιτών του, πρέπει να είναι πια κατανοητό πως επείγει μια άλλη, ενοποιητική πορεία. Τα απομεινάρια (ή, μήπως, τα απόβλητα) μιας προδιαγραμμένης αποτυχίας της νέας διαδικασίας «διαλόγου» θα είναι καταστροφικά ακόμα κι αν θεωρούμε πως θα είναι κι αυτά άτυπα και ανεπίσημα όπως η ίδια η νέα (να μη το ξεχνάμε) πενταμερής…
Κυριάκος Τσιμίλλης