Από τον Κεμάλ στον Μίκη, δυο λογοκρισίες δρόμος.
Έχει δίκιο ο ευρωβουλευτής του ΑΚΕΛ Νιαζί Κιζίλγιουρεκ: «Η διδασκαλία της Ιστορίας δεν πρέπει να είναι εργαλείο στα χέρια εθνικιστικών πολιτικών ελίτ που θέλουν να καλλιεργήσουν, στο όνομα της εθνικοφροσύνης, μίσος και προκατάληψη. Στερώντας έτσι από τους μαθητές την κριτική σκέψη και την πολυπρισματική προσέγγιση».
Βέβαια δεν είναι μόνο οι εθνικιστές, αφού κάθε εξουσία μέχρι σήμερα, σε Ελλάδα και Κύπρο, ελέγχει την Ιστορία που διδάσκεται στα σχολεία. Όπως επισημαίνει και ο ίδιος, «η διδασκαλία της Ιστορίας στη χώρα μας έτσι και αλλιώς είναι προβληματική», το ίδιο και στα κατεχόμενα, αφού η Τουρκία «παρεμβαίνει στη διδασκαλία της Ιστορίας στα τουρκοκυπριακά σχολεία και ζητά μια διδασκαλία που να ενισχύει τα “εθνικά φρονήματα” των μαθητών». Το ένα εγκεκριμένο βιβλίο Ιστορίας, άλλωστε, επιβλήθηκε στην Ελλάδα επί δικτατορίας Μεταξά.
Μόνο που κάτι τέτοιο υποστηρίζει και ο ίδιος ο Κιζίλγιουρεκ: Θυμάμαι πολύ καλά την αντίδρασή του σε μια παλιότερη τηλεοπτική συζήτηση, στην οποία άφησε άναυδους τους συνομιλητές του λέγοντας πως πρέπει να γράψουμε και στις δύο Κοινότητες εκείνα τα βιβλία Ιστορίας που να εξυπηρετούν τον σκοπό μας, δηλαδή την ιδέα της Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας. Με δυο λόγια, κάτι είναι κακό όταν το κάνουν «οι εθνικιστικές πολιτικές ελίτ», αλλά θεμιτό και επιβεβλημένο να το κάνουν οι άλλοι, όταν ο σκοπός είναι καλός. Και ποιος κρίνει πότε ο σκοπός είναι καλός και πότε όχι;
Τα πράγματα δεν είναι μαύρο ή άσπρο· ο Κεμάλ Ατατούρκ, λόγου χάρη, που για το χατίρι του βρήκαμε νέο πεδίο αντιπαράθεσης, υπήρξε ιστορικός ηγέτης των Νεοτούρκων αλλά και σφαγέας, αλλά και πρότυπο του Χίτλερ, ο οποίος τον θαύμαζε και αντέγραψε πολλές από τις μεθόδους του. Αν τον θαυμάζουν ως ήρωά τους και οι Τουρκοκύπριοι –οι εθνικιστικές ελίτ ή όποιοι άλλοι– είναι δικό τους πρόβλημα και φανερώνει πολλά για το πώς βλέπουν το μέλλον του τόπου μας.
Αν επρόκειτο να κρίνουμε συνολικά τα σχολικά βιβλία, όχι μόνο της Ιστορίας, δεν ξέρω πόσες σελίδες θα έμεναν και πόσα από αυτά θα αποσύρονταν. Πρέπει να ξαναγραφούν πολλά από αυτά, αλλά κυρίως να αλλάξει η νοοτροπία της αυθεντίας αν θέλουμε να αναπτύξουν οι μαθητές κριτική σκέψη, η οποία είναι, υποτίθεται, ένας από τους κύριους στόχους της εκπαιδευτικής πολιτικής. Δεν χρειάζεται να σκίζουμε ή να καίμε βιβλία, όλα μπορούν να κρίνονται και να συζητιούνται.
Όμως η δημόσια Εκπαίδευση, ιδίως η Μέση, αντιμετωπίζεται κυρίως ως φροντιστήριο των πανεπιστημίων, αν και το υπουργείο αποτυγχάνει ακόμα και σ’ αυτό. Την πρώτη μέρα της χρονιάς στο σχολείο, π.χ., δεν έκαναν απολύτως τίποτα: Τα παιδιά κοιμούνταν στα θρανία, υπό την… επίβλεψη καθηγητή ή καθηγήτριας. Την επομένη υπήρξε οδηγία του υπουργείου για να τιμηθεί η μνήμη «του μεγάλου μουσικοσυνθέτη Μίκη Θεοδωράκη»: Την Πέμπτη, ημέρα της κηδείας του, οι σημαίες να είναι μεσίστιες στα σχολεία ενώ στα διαλείμματα να μεταδίδονται τα τραγούδια «Χρυσοπράσινο Φύλλο» και «Τη Ρωμιοσύνη μην την κλαις». Αυτά είναι όσα χρειάζεται να ξέρουν τα παιδιά γι’ αυτόν; Λογοκρισία για τον Κεμάλ, λογοκρισία και για τον Μίκη;
Ούτε οι του υπουργείου αισθάνθηκαν την ανάγκη, ούτε κάποιος διευθυντής ή καθηγητής ανέλαβε την πρωτοβουλία να πει δυο λόγια για το ποιος ήταν ο Θεοδωράκης: Ένας αγωνιστής σε όλη του τη ζωή, όχι απλώς «μεγάλος μουσικοσυνθέτης»· προσάρμοσε και αφιέρωσε το ανυπέρβλητο ταλέντο του στην υπεράσπιση της ελευθερίας και των αδικημένων. Δεν γίναμε φτωχότεροι από τον θάνατό του όπως κοινότοπα παπαγαλίζουν· όλοι χάνονται κάποια μέρα, όμως το έργο του θα είναι πάντα εδώ, κάνοντας καλύτερους τους ανθρώπους στους οποίους απευθύνεται – σ’ αυτούς, προφανώς, δεν ανήκουν οι καρεκλοκένταυροι της εξουσίας.
Γι’ αυτό και δεν λογίζεται ως λάθος τους, σκόπιμα αποσιώπησαν αυτή την τόσο σημαντική πλευρά του Μίκη. Γι’ αυτό και δεν θα διακινδύνευε κάποιος εκπαιδευτικός μια τέτοια «επικίνδυνη» πρωτοβουλία. Ούτε η επιλογή δύο «ανώδυνων» πολιτικά τραγουδιών του ήταν τυχαία. Κατά τα άλλα, «ευελπιστούμε ότι θα δώσουμε στα παιδιά ποιοτική εκπαίδευση», δήλωσε ο υπουργός. Καληνύχτα…
chrarv@phileleftheros.com
Φιλελεύθερα, 12.9.2021.