Menu Close

Αναρτήσεις

Ο Εισαγγελέας, τα Διατάγματα και το κρυφτούλι με τη συνταγματικότητα

Του Γιώργου Καλλινίκου, 14 Μαίου 2021

«Ο Γενικός Εισαγγελέας αποφάσισε την αναστολή της ποινικής δίωξης του κατηγορούμενου, για το λόγο ότι από το σύνολο της προσκομισθείσας μαρτυρίας που τέθηκε ενώπιον του δικαστηρίου, δεν φαινόταν να στοιχειοθετείται εκ πρώτης όψεως υπόθεση». Με αυτό τον τρόπο επέλεξε η Νομική Υπηρεσία να σχολιάσει την προχθεσινή απόφαση δικαστηρίου με την οποία αθωώθηκε κατηγορούμενος για παραβίαση του περί Λοιμοκάθαρσης Νόμου και των σχετικών διαταγμάτων του υπουργού Υγείας. Ο κατηγορούμενος απαλλάγηκε των κατηγοριών χωρίς η υπόθεση να εκδικαστεί, αφού ο Γενικός Εισαγγελέας την απέσυρε.

Ήταν εύλογο το συμπέρασμα δικηγόρων αλλά και της κοινής γνώμης, ότι ο Γ.Ε. απέσυρε την υπόθεση διότι ο δικηγόρος του κατηγορούμενου είχε εγείρει θέμα αντισυνταγματικότητας των διαταγμάτων και ήταν προφανές ότι η Νομική Υπηρεσία δεν ήθελε να ρισκάρει ενδεχόμενη απόφαση η οποία θα καθιστούσε τα διατάγματα αντισυνταγματικά. Ο λόγος εξόφθαλμος. Θα δημιουργείτο αμέσως δεδικασμένο με τεράστιες προεκτάσεις, αφού όλες οι καταγγελίες βάσει των συγκεκριμένων διαταγμάτων θα έπεφταν στο κενό και ταυτόχρονα, τα διατάγματα θα παρέμεναν κενά περιεχομένου με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

Η Νομική Υπηρεσία επιχείρησε χθες με την προαναφερθείσα ανακοίνωση να διασκεδάσει τις εντυπώσεις τις οποίες προκάλεσε η συγκεκριμένη επιλογή της να αποσύρει τις κατηγορίες εναντίον του συγκεκριμένου πολίτη. Πλην, όμως, η δικαιολογία την οποία επικαλέστηκε, όχι μόνο δεν είναι αρκετά ισχυρή ώστε να διασκεδάσει τις εντυπώσεις, αλλά την εκθέτει ακόμη περισσότερο. Διότι κύριε Σαββίδη, αν ισχύει αυτό που επικαλείστε, πώς και γιατί οδηγήσατε μιαν υπόθεση στο δικαστήριο χωρίς επαρκή μαρτυρία; Είναι ή δεν είναι κύριος και καθοριστικός λόγος σε οποιαδήποτε υπόθεση η ύπαρξη επαρκούς μαρτυρίας για να σταλεί προς εκδίκαση; Με τόση ευκολία ταλαιπωρείτε πολίτες χωρίς να είστε σίγουρος ότι κατέχετε επαρκή στοιχεία, τουλάχιστον, για να δικαστούν; Τα έξοδα τα οποία προέκυψαν από τη διαδικασία της υπόθεσης μέχρι προχθές που την αποσύρατε ποιος θα τα επωμισθεί;

Ασχέτως τούτου, όμως, το μείζον θέμα παραμένει το ενδεχόμενο να είναι αντισυνταγματικά τα διατάγματα. Αυτό υποστηρίζουν αρκετοί νομικοί. Δεν είναι υποχρέωση του Γενικού Εισαγγελέα να ξεκαθαρίσει αυτό το τόσο σοβαρό θέμα; Δεν όφειλε να το είχε κάνει εδώ και καιρό; Η στήλη ζήτησε τη γνώμη του δικηγόρου – νομικού Γιάννου Γεωργιάδη, ο οποίος σχολίασε σχετικά: «Είναι λυπηρό το γεγονός ότι ενώ ο Γενικός Εισαγγελέας έσπευσε άμεσα να διευκρινίσει τους λόγους για τους οποίους απόσυρε η κατηγορούσα αρχή ποινική υπόθεση για παραβάσεις του περί Λοιμοκαθάρσεως Νόμου, εντούτοις, απέφυγε όλο αυτό το διάστημα να τοποθετηθεί για την συνεχιζόμενη παρανομία από μέρους του κράτους σε σχέση με την έκδοση παράνομων περιοριστικών μέτρων. Τα οποία, μάλιστα, επηρεάζουν βασικά ανθρώπινα δικαιωμάτων των πολιτών χωρίς την έγκριση της Βουλής κατά παράβαση του άρθρου 3(1) του πιο πάνω νόμου 99/89 και της αρχής Nullum crimen, nulla poena sine lege, δηλαδή, «κανένα έγκλημα, καμία ποινή χωρίς υφιστάμενο νόμο». Δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί έγκλημα ή ποινή επ’ αυτού χωρίς προηγουμένως να υφίσταται νόμος, που να προσδιορίζει τη συγκεκριμένη πράξη ως έγκλημα».

Οι πολίτες πρέπει να γνωρίζουν ότι χθες υπήρξε ακόμη μια σχετική υπόθεση στο δικαστήριο, όπου και σε αυτήν η συμπεριφορά της Νομικής Υπηρεσίας έδειξε τις προθέσεις της. Αφορούσε την υπόθεση του ιερέα Ακακίου, ο οποίος κατηγορείται ότι επέτρεψε σε πιστούς να παρευρίσκονται στο ναό που ήταν υπό την ευθύνη του. Πρόσφατα το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας το οποίο εκδικάζει την υπόθεση, είχε επιτρέψει στον δικηγόρο του ιερέα, Νίκο Κληρίδη, να αγορεύσει πριν ο κατηγορούμενος απαντήσει στις κατηγορίες, για θέματα αντισυνταγματικότητας των διαταγμάτων στη βάση των οποίων διώκεται. Από πλευράς Νομικής Υπηρεσίας προσβλήθηκε η απόφαση αυτή στο Ανώτατο Δικαστήριο και εξασφάλισε σερτιοράρι με το οποίο αναστάληκε η συνέχιση της ακρόασης της υπόθεσης, μέχρι να ακουστεί η αίτηση κατά της ενδιάμεσης απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου. Κι αυτό παρά τη θέση του κ. Κληρίδη, ότι δέχεται το σερτιοράρι και να αφεθεί ο κατηγορούμενος ν’ απαντήσει στις κατηγορίες, ώστε να εγείρει θέμα αντισυνταγματικότητας.

Δημιουργείται σαφώς, μια εικόνα ότι η Νομική Υπηρεσία προσπαθεί πάση θυσία να αποφύγει το ξεκαθάρισμα της συνταγματικότητας ή μη των διαταγμάτων. Ο Γενικός Εισαγγελέας πρέπει να αντιληφθεί ότι μπορεί να διορίστηκε στο αξίωμά του από την Κυβέρνηση, μπορεί να είναι ο νομικός της σύμβουλος, μπορεί να είναι καθηκόντως υποχρεωμένος να υπερασπίζεται νομικά τις αποφάσεις της, όμως, πριν και πάνω απ’ όλα, υπηρετεί έναν ανεξάρτητο θεσμό. Πριν και πάνω απ’ όλα, υπηρετεί τους πολίτες αυτού του τόπου. Από αυτούς πληρώνεται και, μάλιστα, βαρβάτα!

Ως εκ τούτου, έχει υποχρέωση να λειτουργεί με τρόπο με τον οποίο διασφαλίζει τα συμφέροντα των πολιτών και τη νόμιμη λειτουργία του κράτους στα πλαίσια του Συντάγματος. Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να επιτρέπει να φαίνεται ότι αντιμετωπίζει τους πολίτες ως εχθρούς αλλά ούτε και να τους περιορίζει το δικαίωμα να αμφισβητήσουν νομικά τα δικαιώματά τους έναντι αποφάσεων τις οποίες θεωρούν αντισυνταγματικές και δεν έχει επισφραγιστεί δικαστικά ότι είναι συνταγματικές.

Επιτέλους, ο καθένας σε αυτό τον τόπο έχει υποχρέωση να αντιληφθεί και τη βαρύτητα του αξιώματος στο οποίο βρίσκεται αλλά και τη σοβαρότητα των στιγμών που βιώνει η κοινωνία!

 

 

Posted in Από Φιλελεύθερο, Απόψεις, Κοινωνικά

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *