Menu Close

Αναρτήσεις

Οι πρώην πρωθυπουργοί και η ελληνική εξωτερική πολιτική

18 Απριλίου 2021


Η μόνιμη προσπάθεια του Κώστα Σημίτη, σχεδόν αγχωτική, να δικαιώσει την εξωτερική πολιτική του, υποχρέωσε ακόμη και τον σιωπηρό Κώστα Καραμανλή να λύσει τη σιωπή του για να απαντήσει στις υπερβολές του και στη διεκδίκηση τίτλων τιμής, εκεί που με την πολιτική του γκριζοποίησε το Αιγαίο με τις γνωστές συνέπειες. Αν και ο διάλογος ανάμεσα στους δύο πρώην πρωθυπουργούς, μολονότι έντονος, κρατήθηκε σε «ευγενικό» επίπεδο, ο στενός συνεργάτης του Καραμανλή που ήταν και ο κυβερνητικός του εκπρόσωπος, σήμερα βουλευτής της ΝΔ, Θοδωρής Ρουσόπουλος, κατηγόρησε ευθέως τον Κώστα Σημίτη ότι ψεύδεται! Αφορμή το αφήγημα Σημίτη για συνάντηση του με τον Καραμανλή στην οποία παρευρισκόταν ο Πέτρος Μολυβιάτης που ανακοίνωσε ότι δεν θα ακολουθούσε η νέα κυβέρνηση τη δική του πολιτική στα ελληνοτουρκικά. Ο Σημίτης τοποθετούσε τη συνάντηση στο Μαξίμου την ημέρα που παρέδιδε την εξουσία στον Καραμανλή. Σε αυτή τη συνάντηση ο Μολυβιάτης δεν παρευρισκόταν, δήλωσε ο Ρουσόπουλος, και εύκολα μπορεί αυτό να διαπιστωθεί. Γι΄αυτό ψεύδεται ο Σημίτης, επέμεινε ο στενός συνεργάτης του Καραμανλή. 

Σημασία πάντως έχει, πέρα από αυτό το επεισόδιο, ότι ο Κώστας Σημίτης ανέτρεψε, όταν έγινε πρωθυπουργός, την πολιτική του Ανδρέα Παπανδρέου στα Ελληνοτουρκικά που υποστήριζε ότι μια και μόνο διαφoρά υπήρχε με την Τουρκία που αφορούσε την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας. Και για πρώτη φορά Έλληνας πρωθυπουργός υιοθέτησε την πολιτική ότι η Ελλάδα είχε και άλλες διαφορές με την Τουρκία.

Αυτά δεν είναι μυστικά. Υπάρχουν στη Συμφωνία της Μαδρίτης της 8ης Ιουλίου 1997 μεταξύ Σημίτη και Ντεμιρέλ -που αναγνωρίζει ζωτικά συμφέροντα της Τουρκίας στο Αιγαίο- και στην απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Ελσίνκι, 10-11 Δεκεμβρίου 1999, που αποδέχτηκε ο Έλληνας  πρωθυπουργός. Και αναφέρονται σε πολλαπλά άρθρα του στενού του συνεργάτη, του Χρήστου Ροζάκη, εν πολλοίς διαμορφωτή της πολιτικής Σημίτη στα Ελληνοτουρκικά. Ο Ροζάκης επιβεβαιώνει πως στον διάλογο που ξεκίνησε με την Τουρκία μετά το Ελσίνκι, ο Σημίτης ανέτρεψε την πολιτική Παπανδρέου και δέχτηκε να συζητήσει και τις άλλες τουρκικές διεκδικήσεις πέραν της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας. Έτσι εξηγεί: «Για να ξεκινήσει διάλογος με την Τουρκία έπρεπε να ξεπεραστεί με εύσχημο τρόπο η πολιτική που είχε επιβάλει ο Ανδρέας Παπανδρέου της μιας και μόνο διαφοράς, αυτής της υφαλοκρηπίδας. Έπρεπε λοιπόν, να βρεθεί ένας εύσχημος τρόπος υπέρβασης της διαφορετικής προσέγγισης κι αυτός ήταν οι διερευνητικές συνομιλίες. Σε συνεννόηση με την Τουρκία αποφασίστηκε να τηρηθεί η δέσμευση για μια διαφορά (της υφαλοκρηπίδας) και όλες οι υπόλοιπες διαφορές να ενταχθούν στον ανεπίσημο και μη δεσμευτικό  χαρακτήρα των διερευνητικών». («Καθημερινή» της 10ης Αυγούστου 2020). Τα ίδια επανέλαβε και σε άλλα άρθρα του, υποστηρίζοντας ότι μόνο έτσι θα μπορούσε να γίνει και σήμερα διάλογος με την Τουρκία. Δηλαδή να συνομιλούμε για όλα, αλλά να δηλώνουμε, για εσωτερική κατανάλωση, ότι ο διάλογος γίνεται μόνο για την υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ!

Στο Ελσίνκι αποφασίστηκε ότι αν Ελλάδα και Τουρκία δεν έφταναν σε συμφωνία πριν το τέλος του 2004 θα έπρεπε να φέρουν τη διαφορά τους ενώπιον του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης. Ο Σημίτης που κυβέρνησε ώς τον Μάρτιο του 2004 δεν τόλμησε να πάει στη Χάγη, παρά την πίεση που δέχτηκε από τον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κωστή Στεφανόπουλο. Σήμερα κατηγορεί τον Κώστα Καραμανλή ότι εγκατέλειψε την προσφυγή στη Χάγη. Η απάντηση του Καραμανλή είναι ότι προσφυγή στη Χάγη,  όπως την αποδέχτηκε ο Σημίτης, προέβλεπε να τεθούν ενώπιον του Διεθνούς Δικαστηρίου «εκκρεμείς συνοριακές διαφορές και άλλα συναφή θέματα», μέχρι τα τέλη του 2004 και όχι μόνο το θέμα για την υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ που είναι η μόνη διαφορά που αναγνωρίζουν όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις από το 1974» Και προσθέτει: «Για εμάς τα πράγματα είναι ξεκάθαρα. Δεν διαπραγματευόμαστε εθνική κυριαρχία και δεν τη θέτουμε στην κρίση κανενός».

Να υπενθυμίσουμε ακόμη ότι στην προηγούμενη διαπραγμάτευση -τότε μιλούσαν για διερευνητικές επαφές- στο συνυποσχετικό για τη Χάγη στο οποίο κατέληξαν οι δύο πλευρές που τελικά όμως δεν υπογράφτηκε, επειδή ο Σημίτης δεν τόλμησε να πάει στη Χάγη, αναφερόταν ότι οι δύο πλευρές συναινούσαν να επιλυθούν από το Διεθνές Δικαστήριο εκτός της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας και όλα τα «παρεμπίπτοντα ζητήματα», με ό,τι αυτό σημαίνει.

Η διαμάχη Σημίτη – Καραμανλή έφερε σε δύσκολη θέση τον Μητσοτάκη που ακολουθεί την πολιτική Σημίτη και δηλώνει έτοιμος να προσφύγει στη Χάγη. Έχει απέναντι του όχι μόνο τον Καραμανλή αλλά και τον Σαμαρά που είναι επίσης αντίθετος στη Χάγη. Δύο πρώην πρωθυπουργοί της Ν.Δ. αντίθετοι στην πολιτική του, η καραμανλική και η σαμαρική πτέρυγα του κόμματος του κατά της πολιτικής του, μένει μόνο με τη μερίδα των μητσοτακικών που σίγουρα είναι μειοψηφική. Υπενθυμίζεται ότι έγινε αρχηγός της Ν.Δ. και πρωθυπουργός με τη στήριξη του Αντώνη Σαμαρά ενάντια στον καραμανλικό υποψήφιο Βαγγέλη Μεϊμαράκη. Έτσι αν ο Σημίτης ήθελε να βοηθήσει τον καλό μαθητή του τον Μητσοτάκη, που άλλωστε έχει δίπλα του παλιούς «σημιτικούς» που τον συμβουλεύουν, πέτυχε το αντίθετο. Συσπείρωσε καραμανλικούς και σαμαρικούς εναντίον του.

Αυτή η συσπείρωση δυσκολεύει επίσης τον Μητσοτάκη στη στήριξη που δίνει στο Κυπριακό στους οπαδούς της όποιας λύσης, τους διάφορους πλατφορμιστές και άλλους που πιέζουν για παραχωρήσεις στην Τουρκία. Υπενθυμίζεται ότι Καραμανλής και Σαμαράς ήταν εναντίον του Σχεδίου Ανάν ενώ η μητσοτακική συνιστώσα της ΝΔ το στήριξε φανατικά.

*Πανεπιστημιακός, συγγραφέας της μυθιστορηματικής τριλογίας ΝΟΜΑΔΑΣ, Αθήνα, Εκδόσεις Βακχικόν, 2017-2019

stephanos.constantinides@gmail.com

Posted in Politics, Από Φιλελεύθερο

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *