Του: Στέφανου Κωνσταντινίδη*, 03 Ιανουαρίου 202
Η κληρονομιά που μας αφήνει το 2020 σε πλανητικό επίπεδο είναι η πανδημία που θα συνεχίσει να μας ταλαιπωρεί μολονότι με το εμβόλιο φαίνεται φως στο τούνελ. Όμως το τραύμα θα μας συνοδεύει για καιρό. Είναι βέβαια και οι αντιπαραθέσεις σε γεωπολιτικό επίπεδο και η ανακατανομή ισχύος που ενδεχομένως με την αλλαγή στην Ουάσιγκτον να πάρουν μια νέα τροπή. Η κλιματική αλλαγή και η διαχείριση της μετά-κόβιντ εποχής είναι δύο άλλες πλανητικές προκλήσεις. Είναι βέβαια και άλλα θέματα που θα χρειαστεί να αντιμετωπιστούν άμεσα όπως αυτό της πλανητικής φτώχειας και των τοπικών πολέμων που οδηγούν εκατομμύρια ανθρώπους στην προσφυγοποίηση και στην αναζήτηση καλύτερων συνθηκών ζωής με τη μετανάστευση.
Για την Ελλάδα και την Κύπρο τρεις είναι οι κύριες προκλήσεις που αφήνει το 2020 και που θα μας συνοδεύουν και τον νέο χρόνο: η πανδημία φυσικά και οι πληγές της, η νεο-οθωμανική πρόκληση-απειλή και οι κοινωνικές ανισότητες που οξύνονται μέσα σε ένα κλίμα γενικευμένης διαφθοράς.
Όσον αφορά την πανδημία, η Ελλάδα έχασε τη μάχη δυστυχώς. Το δεύτερο κύμα που την πλήττει είναι ένα από τα χειρότερα της Ευρώπης. Και ενώ με το πρώτο κύμα η κυβέρνηση Μητσοτάκη προσπαθούσε να κεφαλαιοποιήσει πολιτικά την επιτυχία της, τώρα με το δεύτερο κύμα μεταφέρει τις ευθύνες στους πολίτες. Δεν είναι ότι δεν υπάρχουν ατομικές ευθύνες, αλλά δεν μπορεί να κρύβεται μια Κυβέρνηση πίσω από αυτές και να μετατοπίζει τη δική της ευθύνη στους πολίτες. Προσπαθώ να φανταστώ τι θα συνέβαινε, τι θα έλεγε ο Μητσοτάκης και η ΝΔ αν τη διαχείριση της κατάστασης αυτής την είχε ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ. Θυμάται κανείς πόσο χυδαία ο σημερινός πρωθυπουργός εκμεταλλεύτηκε πολιτικά την πυρκαγιά στο Μάτι για να πλήξει την προηγούμενη Κυβέρνηση και να αναρριχηθεί ο ίδιος στην εξουσία; Ασφαλώς και είχαν τότε ευθύνες ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ. Και στη δημοκρατία η αντιπολίτευση είναι εκ των ων ουκ άνευ. Το δίδαγμα όμως είναι ότι στα δύσκολα χρειάζεται ένα μίνιμουμ εθνικής συνεννόησης και εθνικής συμπόρευσης.
Και αν αυτό ισχύει για το θέμα της πανδημίας, ισχύει πολύ περισσότερο στα ελληνοτουρκικά και το Κυπριακό. Για το Κυπριακό ούτως ή άλλως ο Μητσοτάκης αποστασιοποιήθηκε της πολιτικής της προηγούμενης κυβέρνησης και επανήλθε εις τα γνώριμα νερά του «η Κύπρος κείται μακράν». Αφέθηκε έτσι ο Αναστασιάδης να αποφασίζει μόνος και να οδηγείται σε μια καταστροφική Πενταμερή με τουρκικούς όρους και τουρκικές προδιαγραφές. Αυτό που δεν αντιλαμβάνεται ο Μητσοτάκης και οι περί αυτόν είναι ότι όποιες και να είναι οι εξελίξεις στο Κυπριακό η Αθήνα θα τις βρει μπροστά της. Στο Κυπριακό έτσι συνέβαινε πάντα. Κι αυτό γιατί η Άγκυρα είχε πάντα μια σταθερή στρατηγική στο θέμα αυτό και το συνέδεε πάντα με τις εξελίξεις στο Αιγαίο. Υποχώρηση επομένως στην Κύπρο θα έχει συνέπειες και στο Αιγαίο. Η πρώτη γραμμή ανάσχεσης-αποτροπής για την Ελλάδα είναι η Κύπρος. Αν εγκαταλειφθεί η Κύπρος, το τίμημα θα είναι βαρύ για την Αθήνα.
Κατά τα άλλα το 2021 θα είναι μια δύσκολη χρονιά για τα ελληνοτουρκικά. Η Αθήνα σύρεται σε έναν διάλογο με επιδιαιτητή το Βερολίνο, όταν είναι γνωστό ότι τα γερμανικά συμφέροντα ευνοούν την Τουρκία. Ο Μητσοτάκης έβαλε όλα τα αυγά του στο γερμανικό καλάθι και κλώτσησε μια συμμαχία με τη Γαλλία που ενδεχομένως θα εγγυάτο την ασφάλεια της χώρας. Κι αυτό γιατί δεν την ήθελαν οι Γερμανοί και οι Αμερικανοί. Αυτό το λένε ακόμη και αναλυτές φιλικοί στον Μητσοτάκη και την Κυβέρνηση του. Η Άγκυρα με την επιθετική πολιτική της επιβάλλει θέματα που θα είναι στο τραπέζι του διαλόγου και που θίγουν ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα. Παράδειγμα το θέμα της αποστρατιωτικοποίησης των νησιών ή αυτό του περιορισμού της επήρειας τους. Όταν οι Γερμανοί και ενδεχομένως και οι Αμερικανοί θα ζητούν υποχωρήσεις και από τις δύο πλευρές αυτό απλούστατα θα σημαίνει ότι η όποια τουρκική υποχώρηση θα αφορά κεκτημένα των τελευταίων μηνών σε βάρος της Ελλάδας που «κατοχύρωσε» με τις έρευνες της η Τουρκία στην ελληνική ΑΟΖ, ακόμη και στην ελληνική υφαλοκρηπίδα. Η όποια δε ελληνική υποχώρηση θα είναι σε βάρος ελληνικών εθνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων.
Το ίδιο ασφαλώς θα συμβεί και στην Πενταμερή για το Κυπριακό. Η Τουρκία με τις ληστρικές ενέργειες της στην κυπριακή ΑΟΖ και στην Αμμόχωστο «κατοχύρωσε» δικαιώματα που θα είναι στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Από την άλλη η πολιτική απερισκεψία Αναστασιάδη έβαλε στο τραπέζι το θέμα των δύο κρατών. Δύο κράτη όμως τα οποία δεν θα είναι κυρίαρχα αλλά θα έχουν ένα συνομοσπονδιακό δεσμό που θα επιτρέπει τον έλεγχο ολόκληρης της Κύπρου από την Τουρκία, ειδικά με την κατάργηση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ασφαλώς και το αφήγημα της Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας στο ίδιο αποτέλεσμα οδηγεί και αυτό φάνηκε με το σχέδιο Ανάν. Απλώς η πολιτική απερισκεψία Αναστασιάδη, που έχει όμως πίσω του ένα ισχυρό κομμάτι της μεταπρατικής κυπριακής αστικής τάξης, διευκολύνει τους τουρκικούς σχεδιασμούς και τις εγγλέζικες μηχανορραφίες.
Θα το επαναλάβω: Τόσο στο Κυπριακό όσο και στα ελληνοτουρκικά χρειαζόμαστε ανατροπές! Και μια νέα δυναμική πολιτική ανόρθωσης. Χρειαζόμαστε μια αναγεννητική στρατηγική επιβίωσης. Μια στρατηγική που να μας επιτρέψει να εξέλθουμε από την πολιτική, την πολιτισμική και την ηθική παρακμή. Χρειαζόμαστε ένα ριζικό αναπροσανατολισμό που θα μας επιτρέψει να αφήσουμε πίσω μας τη διαφθορά και τη διαπλοκή προς όφελος μιας μικρής ολιγαρχίας. Που θα μας επιτρέψει να ξεφύγουμε από την χρεοκοπία που δεν είναι μόνο οικονομική αλλά και πολιτική , πολιτισμική, ηθική, πνευματική, αξιακή και ταυτοτική. Και να δημιουργήσουμε μια δίκαιη κοινωνία ισοπολιτείας και κοινωνικής δικαιοσύνης.
Μόνο έτσι θα είχαμε ένα κράτος και μια κοινωνία που θα αντιμετώπιζαν και την τουρκική απειλή, τον τουρκικό επεκτατικό νεο-οθωμανισμό, με καλύτερους όρους. Και αυτό ισχύει και για την Ελλάδα και για την Κύπρο.
Ευχές παρ΄όλα αυτά για μια νέα χρονιά γεμάτη φως και ελπίδα!
*Πανεπιστημιακός, συγγραφέας της μυθιστορηματικής τριλογίας ΝΟΜΑΔΑΣ, Αθήνα, Εκδόσεις Βακχικόν, 2017-2019
stephanos.constantinides@gmail.com