Menu Close

Αναρτήσεις

47 χρόνια Αττίλας με τις παθογένειες της ελληνικής πολιτικής

Η κραταίωση του Αττίλα από το 1974 επί 47 συναπτά έτη στην Κύπρο δεν πρέπει να αποδοθεί τόσο στην ισχύ της τουρκικής πολεμικής μηχανής, η οποία ως γνωστό επεκράτησε λόγω της προδοτικής στάσης της χούντας, όσο στις μόνιμες παθογένειες της ελληνικής στρατηγικής σκέψης, τις οποίες επιβάλλεται να αναστοχασθούμε μισό αιώνα σχεδόν μετά. Πρώτη και θεμελιώδης παθογένεια υπήρξε η στοιχειώδης έλλειψη ενός στρατηγικού σχεδιασμού για τον κύριο στόχο της ελληνικής πολιτικής απέναντι στον Αττίλα, δηλαδή τη με κάθε δύναμη εκδίωξη των δυνάμεων εισβολής. Αν αυτό πραγματικά είχε εξ αρχής καθορισθεί έπρεπε αμέσως να προσδιορισθούν τα πολιτικά, διπλωματικά και πρωτίστως τα στρατιωτικά μέσα για την επίτευξη αυτού του σκοπού. Αναμφίβολα, στα στρατιωτικά μέσα υπάγονταν η αμυντική θωράκιση των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων και της Εθνικής Φρουράς, ώστε η υπεροχή σε έμψυχο υλικό των Τούρκων και η υπεροπλία τους στο πεδίο της μάχης να ανατραπεί και να εκμηδενισθεί μέσω μιας συνεπούς και οργανωμένης ενίσχυσης της αποτρεπτικής μας ικανότητας. Και με αυτό δεν εννοούμε την αγορά οπλικών συστημάτων τύπου σούπερ μάρκετ, αλλά τη μεθοδική και συστηματική εμπλοκή του επιστημονικού και βιομηχανικού μας δυναμικού στην παραγωγή οπλικών συστημάτων ικανών να ακυρώσουν την τουρκική επιθετικότητα, η οποία τροφοδοτείται από τη διεθνή αδιαφορία ή υποκρισία, αφού, όπως αποδείχθηκε, και ο  ΟΗΕ και οι Μεγάλες Δυνάμεις, είτε εκ συμφέροντος, είτε εξ υπολογισμού, δεν κατόρθωσαν να επιβάλουν τις αρχές του διεθνούς δικαίου στην περίπτωση της Κύπρου. Ήταν επομένως φυσικό αυτή η βασική παθογένεια της ελληνικής στρατηγικής να τροφοδοτήσει τη νεοοθωμανική επιθετικότητα και μέχρι σήμερα να απειλεί την ύπαρξη των εθνικών μας συμφερόντων.

Δεύτερη παθογένεια της ελληνικής πολιτικής ήταν η επίδειξη ενός χαρακτηριστικού βερμπαλισμού, με τον οποίο προσπαθούσε να δρέψει δάφνες από την ομολογουμένως ένδοξη ιστορική μας πορεία και να πιστέψει σε μια εύκολη νίκη σε περίπτωση αναμέτρησης με την Τουρκία. Ευτυχώς που αποφύγαμε περιπέτειες τύπου 1897, αλλά δεν προσπαθήσαμε να αναλύσουμε τις κύριες απειλές για την αντιμετώπισή τους.

Τρίτη παθογένεια ήταν η αδυναμία σύλληψης της απλούστατης σκέψης ότι στην αμυντική βιομηχανία επενδύονται πρωτοπόρες ανακαλύψεις και αξιοποιούνται καινοτομίες, οι οποίες δυστυχώς, λόγω αβελτερίας ή ανικανότητας έμειναν στα χαρτιά.

Τέταρτη παθογένεια είναι η αδυναμία αντίληψης ότι η αμυντική πρόοδος συνδυάζεται με την ανάπτυξη της χώρας, την απασχόληση αξιόλογου επιστημονικού και εργατικού δυναμικού και τόνωση του εξαγωγικού εμπορίου.

Πέμπτη παθογένεια η ανεπάρκεια κατανόησης ότι ένας πόλεμος κερδίζεται όταν οι απώλειες αμυντικών συστημάτων στα πεδία των μαχών μπορούν να αναπληρωθούν γρήγορα από την εγχώρια βιομηχανία και όχι από ξένους εμπόρους όπλων, των οποίων τα αντανακλαστικά καθορίζονται πάντα από το κέρδος.

Έκτη παθογένεια η υπονόμευση από πολιτικές σκοπιμότητες και συμφέροντα -ή και ανικανότητα- αυτών των αμυντικών συστημάτων που σχεδιάσθηκαν από ελληνικά χέρια και που δεν υλοποιήθηκαν ποτέ. Και ενώ σήμερα είναι εύκολη η υλοποίηση προηγμένων συστημάτων που είναι απαραίτητα για τις ένοπλες δυνάμεις, π.χ. ΤΟΜΠ, ΤΟΜΑ, πυροβόλα κ.ά. με τη συνδρομή και ιδιωτικών ελληνικών εταιρειών και με τη συνδρομή ξένων αμυντικών οίκων, παρατηρείται μια ασύγγνωστη διστακτικότητα ακόμα και στην παραγωγή εθνικού τυφεκίου, για να περιοριστούμε στο πιο απλό αμυντικό προϊόν. Και όλες αυτές οι παθογένειες, ενώ υπογραμμίζονται από κατάλληλους αναλυτές επί 47 συναπτά έτη, δεν αντιμετωπίζονται από τους κυβερνώντες με τη δέουσα σοβαρότητα.

Έβδομη παθογένεια η εγγενής αδυναμία αξιοποίησης καινοτόμων στρατηγικών προτάσεων, όπως ο Ενιαίος Αμυντικός Χώρος, ο οποίος έμεινε στα χαρτιά, χωρίς την αναγκαία επέκταση και εμβάθυνση σε θέματα κοινών εξοπλισμών, κοινών παραγωγών οπλικών συστημάτων και κοινής εκπαίδευσης και κυρίως χωρίς τη δυναμική παρουσία μας στον χώρο της Ανατολικής Μεσογείου, παραχωρώντας έτσι τον χώρο στην Τουρκία για την επίδειξη της ισχύος της.

Ο Αττίλας, αντίθετα, με την τακτική του step by step κατόρθωσε να αλλάξει το νομικό status quo της Κύπρου από ένα ενιαίο κράτος με απομάκρυνση όλων των ξέων στρατευμάτων σε ένα διζωνικό δικοινοτικό κράτος, το οποίο, με τη βοήθεια κάποιων δυνάμεων, όπως η Αγγλία και η Γερμανία, μπορεί να μετουσιώσει σε ένα de facto διχασμό δύο κρατών, πολλώ μάλλον όταν η Τουρκία υπόσχεται μάλιστα σε τουριστικές εταιρείες αγγλικές και γερμανικές τα παραλιακά φιλέτα της Αμμοχώστου. Πρέπει να καταστεί σαφές από την Ελλάδα και την Κύπρο, ότι ο εποικισμός της Αμμοχώστου και των Βαρωσίων αποτελεί casus belli για την ελληνική πλευρά, παρά το γεγονός ότι επί 47 χρόνια Ελλάδα και Κύπρος δεν κατόρθωσαν να δημιουργήσουν με τον κατάλληλο εξοπλισμό και την αμυντική βιομηχανία συνθήκες πλήρους απαγόρευσης από αέρος, θαλάσσης και ξηράς των επιθετικών φαντασιώσεων του νεοοθωμανικού αναθεωρητισμού. Επί 47 χρόνια, ο Έλλην πολίτης, ζει το δράμα των τουρκικών απειλών, αναρωτώμενος που πήγαν τα τρισεκατομμύρια από το 1974 μέχρι σήμερα και δεν τελεσφόρησαν οι κατασκευές προηγμένων οπλικών συστημάτων, όπως πυροβόλων, αρμάτων μάχης, φρεγατών κ.ά.

Επί 47 έτη δυστυχώς ακολουθούμε ασθμαίνοντας την Τουρκία σε όλες τις αμυντικές της πρωτοβουλίες, ακόμη και στα drones, των οποίων τώρα τελευταία εδέησε η ΕΑΒ με σύμπραξη άλλων βιομηχανικών μονάδων αμυντικού υλικού να προχωρήσει στην παραγωγή με το UAV LOTUS.

Επί 47 επίσης χρόνια παρατηρούμε γεμάτοι πικρία τις επανειλημμένες ελληνικές υποχωρήσεις από τα Ίμια μέχρι το τουρκολιβυκό μνημόνιο, χωρίς να μπορούμε να αντιδράσουμε δυναμικά, αντάξια προς την ιστορία μας και προς τα δίκαιά μας.

Επί 47 έτη βλέπουμε απογοητευμένοι να μην έχει εμπεδωθεί η πεποίθηση δημιουργίας αυτών των απαραίτητων αμυντικών υποδομών και προϊόντων που θα διασφαλίσουν την απρόσκοπτη τροφοδότηση των απωλειών του πολεμικού υλικού μας στις μάχες μια τροφοδότηση που η Τουρκία διαθέτει σε μεγάλους αριθμούς, λόγω της επάρκειας της εγχώριας αμυντικής της βιομηχανίας.

Και το μεγάλο μας ερώτημα είναι ΜΕΧΡΙ ΠΟΤΕ θα υφίστανται αυτές οι απαράδεκτες παθογένειες; Πρέπει να υπάρξει μια διακρατική και διακομματική συμφωνία υψηλού επιπέδου για τη δημιουργία μιας Εθνικής Στρατηγικής, η οποία με σαφείς στόχους και πόρους, μέσω ενός ταμείου εθνικής άμυνας, θα ανοίξει ένα νέο κεφάλαιο στην ανάπτυξη, την αποτρεπτική ισχύ και το διεθνές κύρος της χώρας. Διαφορετικά, σε κάθε επέτειο του Αττίλα θα γινόμαστε μάρτυρες εκπλήξεων από τη νεοοθωμανική ηγεσία. Και εδώ θυμόμαστε πάλι τον Θουκυδίδη IV 61,5: οὐ τοῖς ἄρχειν βουλομένοις μέμφομαι, ἀλλὰ τοῖς ὑπακούειν ἑτοιμοτέροις οὖσιν.

Βασίλειος Λ. Κωνσταντινόπουλος
Καθηγητής Πανεπιστημίου
Πρόεδρος του Φ. Σ. ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ

Posted in Politics, Από Φιλελεύθερο, Κοινωνικά

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *