Τώρα που έκλεισαν τα ανοικτά «μέτωπα», τα… μεγάλα ζητήματα, τελείωσαν -προς τον παρόν- οι αστοχίες του υπουργείου Παιδείας, θα πρέπει -πού, όμως, έτσι διάθεση- να ασχοληθούν με τα σοβαρά θέματα, που έχουμε ως χώρα, ως κοινωνία ενώπιόν μας. Και σε σχέση με το εθνικό θέμα και όσον αφορά τα εσωτερικά ζητήματα. Το ερώτημα που αναδεικνύεται αυτές τις μέρες και αναζητείται απάντηση είναι «πού πάμε;». Μοιάζει η χώρα με λεωφορείο χωρίς φρένα, που κινείται προς τον γκρεμό. Μοιάζει με χώρα που προχωρεί με αυτόματο πιλότο (μπορεί και να είναι πιο ασφαλές!).
Στο Κυπριακό, διαμορφώνεται οδικός χάρτης προς τον γκρεμό, αλλά οι διαχειριστές στην ελληνική πλευρά θα είναι ικανοποιημένοι εάν ο Γενικός Γραμματέας προσκαλέσει τον Πρόεδρο Αναστασιάδη και τον κατοχικό ηγέτη Ερσίν Τατάρ σε πρόγευμα. Ενίοτε παρέμειναν αιχμάλωτοι στα διαδικαστικά και στις εντυπώσεις, παρά στην ουσία. Και η ουσία δεν είναι άλλη από την απαλλαγή από την κατοχή με μοναδικό στόχο την απελευθέρωση. Οι ορολογίες που έχουν «εφευρεθεί» όλα αυτά τα χρόνια, για να αποφεύγεται η λέξη απελευθέρωση, δείχνουν μια τάση προσαρμοστικότητας με τα σημερινά κατοχικά δεδομένα. Δηλαδή, αποδοχή και νομιμοποίηση των τετελεσμένων της εισβολής και συνεχιζόμενης κατοχής.
Στα εσωτερικά θριαμβεύει το ρουσφέτι. Τις προάλλες από τη συζήτηση στην Επιτροπή Θεσμών της Βουλής, προέκυψε ότι για να μην περιμένουν οι πολίτες να εξεταστεί, μετά από χρόνια, η αίτηση τους στο Κτηματολόγιο και από άλλα τμήματα του κράτους, ζητούν ρουσφέτι από πολιτικούς. Για να γίνει η δουλειά τους πρέπει να περάσουν να δώσουν διαπιστευτήρια από πολικά γραφεία. Πολιτικοί το παραδέχονται και το παρουσιάζουν ως «φυσιολογικό» αναμενόμενο και επιχειρηματολογούν φορτώνοντας στο κράτος το δικό τους ατόπημα. Και οι πολίτες; Αντί να διεκδικήσουν αλλαγή αυτής της κατάστασης, αυτής της νοοτροπίας, της συμπεριφοράς τους κράτους και της γραφειοκρατίας, ακολουθούν την πεπατημένη.
Τα «σπασμένα» τηλέφωνα της Δημοσίας Υπηρεσίας, η ανοχή στους όποιους καλοπερασάκηδες, η συγκάλυψη ατοπημάτων, κυρίως όμως η διαιώνιση του στρεβλωτικού φαινομένου του ρουσφετιού, θα κυνηγά την κοινωνία και θα τη στιγματίζει. Το κράτος «διευκολύνει», προάγει το ρουσφέτι, διαιωνίζει μια πρακτική, η οποία υπονομεύει τη δημοκρατία και φορτώνει στους πολίτες, μεταξύ άλλων και οικονομικό κόστος. Όπως έγραψε τον Ιούλιο του 2010 ο αείμνηστος Σάββας Παύλου, «ας συνειδητοποιήσει λοιπόν η κοινωνία μας ότι κάθε φορά που κάποιο κόμμα επιτυγχάνει ένα ρουσφετολογικό στόχο, οι φορολογούμενοι πολίτες αυτού του τόπου θα καταβάλουν αρκετές εκατοντάδες χιλιάδες λίρες από τη δική τους τσέπη για να καλυφθεί η ζημιά που θα προκαλέσει ο ατάλαντος πλην ‘’εκλεκτός’’ του κόμματος». Και δεν είναι μόνο αυτό. Είναι και το γεγονός ότι διευρύνεται το δημοκρατικό έλλειμμα.
Νόμοι ψηφίζονται αλλά δεν εφαρμόζονται. Αυτό δεν ενοχλεί καθώς τους ψηφίζουν μερικές φορές και μηχανικά, χωρίς να μελετήσουν, εμβαθύνουν. Ή μπορεί να το κάνουν για τις εντυπώσεις. Και επειδή δεν είναι ποτέ σωστό το τσουβάλιασμα, κάποιοι μπορεί να το κάνουν συνειδητά. Ψηφίζουν νόμους για να εφαρμόζονται. Στην εφαρμογή, όμως, κάποιοι στο κράτος ανάβουν κόκκινο. Αφήνουν τους νόμους συρτάρια καθώς επηρεάζουν συμφέροντα. Και όπως είναι γνωστό, υπάρχουν και εκείνοι που είναι επιρρεπείς στις πιέσεις, που ασκούνται από συμφέροντα.
Μια χώρα που παινεύεται για τους οικονομικούς δείκτες, κομπάζει για τις αξιολογήσεις της οικονομίας, δεν μπορεί- ή δεν θέλει;- να έχει δημόσια νοσηλευτήρια, που να ικανοποιούν τους πολίτες. Δεν μπορεί- ή δεν θέλει- αναβάθμιση του δημόσιου σχολείου. Είναι μια κοινωνία πολλών ταχυτήτων και ανισοτήτων και πολλών ατάλαντων.
Το έχει γράψει για την Ελλάδα, ισχύει όμως και για την Κύπρο, ο Βασίλης Ραφαηλίδης: «Είμαστε η χώρα των αξιοποιημένων αναξιοτήτων και των αναξιοποίητων αξιών». Και αυτό γίνεται ανεκτό, επειδή δεν υπάρχει αντίδραση ανατροπής.
Οι πολίτες, αν και βρίσκονται ένα βήμα -ίσως και περισσότερα- από το πολιτικό σύστημα και την κρατική γραφειοκρατία, δεν φαίνονται διατεθειμένοι για ανατροπές. Άλλοτε βολεύονται γιατί εξυπηρετούνται από τη σημερινή κατάσταση. Προσβλέπουν σε αυτό το στρεβλωτικό σύστημα, γιατί μπορεί να επενδύουν στο ενδεχόμενο να τους εξυπηρετήσει κάποια στιγμή…
Όλα αυτά συντηρούν τα φαινόμενα διαπλοκής και διαφθοράς. «Γεννούν» σκάνδαλα με μίζες, με «χρυσά διαβατήρια» και επιτρέπει υπόγειες συναλλαγές και ύποπτες χορηγίες κομματικών ταμείων.
costas.venizelos@phileleftheros.com