Είναι που πέρασε αυτές τις μέρες κι ο Άιντα, ο κυκλώνας όχι ο άλλος, από τη Νέα Υόρκη κι άφησε πίσω του νεκρούς και καταστροφές με πλημμύρες ιστορικών διαστάσεων, όπως μεταδίδεται. Μας θύμισε τον δικό μας Άιντα, που επίσης πέρασε σαν κυκλώνας από τα μέρη μας κι έβλεπε άστρα να ευθυγραμμίζονται, αλλά δεν κατάλαβε ότι αυτά τα αφύσικα φαινόμενα αφήνουν πίσω τους καταστροφές.
Είναι, όμως, που έφυγε κι ο Μίκης Θεοδωράκης, ο ήλιος της Ρωμιοσύνης και είναι από τις φορές που έχει νόημα να λες για έναν άνθρωπο σχεδόν ενός αιώνα ότι η φυγή του φτωχαίνει το έθνος των Ελλήνων. Όχι, δεν ήταν η μουσική του μόνο, δεν ήταν η πολιτική του δράση μόνο, δεν ήταν οι διωγμοί του μόνο. Ήταν που ο βίος και η προσωπικότητά του έστεκαν σαν μια κολώνα που πάνω της στήριζαν ακλόνητους αγώνες κι αγωνίες και πείσμα και δικαιοσύνη και δημοκρατία. Ένας ελεύθερος άνθρωπος, που δίδασκε με πράξεις και έργα. Πού να ξαναβρούμε τέτοιους στυλοβάτες!
«Χαιρετίζω το βέβαιο και βροντερό ΟΧΙ των αδελφών μας Ελληνοκυπρίων που το θεωρώ ισότιμο με τα μεγάλα ΟΧΙ των Ελλήνων και επί πλέον σαν απαρχή Αντίστασης στον αγώνα για την υπεράσπιση της τιμής και της αξιοπρέπειας της Πατρίδας μας», έγραφε την 21η Απριλίου 2004, παίρνοντας θέση για το δημοψήφισμα που ακολουθούσε. Πάντα ως αυτόνομη προσωπικότητα, χωρίς να περιμένει τι θα του πουν τα κόμματα κι οι κομματάρχες, που θεωρούσαν ότι ο Μίκης είναι «δικός τους». Τους έφτυσε όλους. Γιατί δεν ήταν κανενός. Ήταν μόνο της Ρωμιοσύνης.
Και μετά από μια βδομάδα, όταν οι άλλοι μιλούσαν για τα κεραμίδια που θα πέσουν στα κεφάλια μας κι έψαχναν τρόπους να παρακάμψουν το «όχι» του λαού, επανήλθε για να δώσει ξανά το θάρρος της ψυχής του. Με ένα κείμενο που είχε τίτλο: «Γιατί ξαναλέμε «όχι» στο Σχέδιο Ανάν». Έγραφε: «Το «όχι» των Ελληνοκυπρίων στη διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, αλλά και το «ναι» των Τουρκοκυπρίων, ναι στη δημοκρατία και την Ευρώπη (γιατί έτσι πρέπει να ερμηνευθεί) δημιουργούν, σε συνδυασμό με την ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε. μια νέα κατάσταση, μια νέα, μοναδική ιστορική ευκαιρία. Καλώ Έλληνες και Τούρκους της Κύπρου, που ξέρουν καλά πόσο έχω ενδιαφερθεί για την τύχη τους και την προκοπή τους, να γυρίσουν την πλάτη τους στο πλαίσιο Ανάν, να συντρίψουν στην πράξη τις πράσινες γραμμές. Οι ίδιοι πρέπει να το κάνουν αυτό, όχι να εμπιστευθούν ξανά διαδικασίες διεθνούς διαιτησίας που γέννησαν τέρας και θα το ξαναγεννήσουν αν τους το ξαναεπιτρέψουμε. Οι ίδιοι, αυτοί που θα ζήσουν στο κοινό τους κράτος, πρέπει να βρουν τη λύση, όχι να εμπιστευθούν το Στέιτ Ντιπάρτμεντ και το Φόρεϊν Οφις, τους Ανάν, ντε Σότο, Σολάνα και τους ομοίους τους».
Είναι, λοιπόν, που έφυγε ο Μίκης και δεν ακούσαμε λέξη από όσα μας συμβούλευε. Χάσαμε τη «μοναδική ιστορική ευκαιρία» και ψάχνουμε ακόμα το νέο τέρας της διεθνούς διαιτησίας, που θα σχεδιάσει με ποιο τρόπο θα ζούμε στην πατρίδα μας.
Είναι, όμως, και που ακούμε όλη μέρα τις φαεινές ιδέες των πολιτικών μας, Ελλήνων και Τούρκων της Κύπρου, που δεν θέλουν καν να προσπαθήσουν να συντρίψουν στην πράξη τις πράσινες γραμμές, και ψάχνουν με ποιο τρόπο θα τις τσιμεντώσουν ακόμα περισσότερο. «Όλη μου τη ζωή εργάστηκα για την αυθεντική, πραγματική και ειλικρινή συμφιλίωση Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, του ελληνικού και του τουρκικού λαού», έγραφε ο Μίκης. «Μια τέτοια συμφιλίωση μπορεί να γίνει όμως μόνο στη βάση της ειλικρίνειας και της δικαιοσύνης. Δεν μπορεί να γίνει διαλύοντας την Κυπριακή Δημοκρατία».
Κι όμως! Μια κουβέντα ειπώθηκε αυτές τις μέρες για την Κυπριακή Δημοκρατία, μια κουβέντα του ποδαριού, κι έφερε το χάος. Να μην ακούσουν για τέτοια συμφιλίωση Έλληνες και Τούρκοι της Κύπρου. Ειλικρίνεια και Δικαιοσύνη δεν είναι για εμάς. Και δεν έχουμε πια στυλαβάτες ν΄ ανοίγουν τις χερούκλες τους και να σκεπάζουν ένα ολόκληρο έθνος. Μας έμειναν μόνο οι Άιντα να φέρνουν καταστροφές ιστορικών διαστάσεων…