Ας πάρουμε ένα πρόσφατο παράδειγμα από την «αρένα» της πολιτικής αντιπαράθεσης: «Η Ελεγκτική Υπηρεσία και ο Γεν. Ελεγκτής θα πρέπει να αντιληφθούν επιτέλους ότι την Κύπρο κυβερνά ο νόμιμα εκλελεγμένος με την ψήφο του κυπριακού λαού Πρόεδρος και η κυβέρνησή του. […] Οποιοσδήποτε στην Ελεγκτική Υπηρεσία θέλει να συμμετέχει σε εκλογές, ας το πράξει ευθέως με υποψηφιότητα και όχι να χρησιμοποιεί ένα θεσμικό αξίωμα που κατέχει, αλλά και μια ανεξάρτητη υπηρεσία του κράτους, για τις προεκλογικές ανάγκες συγκεκριμένων ατόμων και κόμματος». Είναι η απάντηση του Κυβερνητικού Εκπροσώπου στα ευρήματα της Ελεγκτικής Υπηρεσίας για πολιτογραφήσεις που έγιναν καταχρηστικά σχετικά με τη μαρίνα της Αγ. Νάπας, ότι δηλαδή δεν πληρούσαν τα κριτήρια του νόμου, έγιναν με υπερβάλλουσα ταχύτητα και είχαν ως αποτέλεσμα την απώλεια 1 εκατ. ευρώ από τα δημόσια ταμεία.
Θυμίζω, αν και όλοι πια το γνωρίζουν, ότι πρόκειται για εταιρεία που διαχειρίζεται ο γαμπρός του Προέδρου, ενώ τις πολιτογραφήσεις χειρίστηκε το δικηγορικό γραφείο που ανήκει κατά 50% στις δύο κόρες «του νόμιμα εκλελεγμένου με την ψήφο του κυπριακού λαού». Άρα, τι θέλει να πει ο ποιητής; Ότι κανείς δεν επιτρέπεται να αμφισβητεί τις πράξεις, την ειλικρίνεια ή τις προθέσεις κάποιου, απλώς και μόνο επειδή τον ψήφισε ο λαός; Αλλά αυτό δεν είναι παρά μια λογική πλάνη, η οποία χρησιμοποιεί –αν και εξαιρετικά αδέξια– το επιχείρημα της πλειοψηφίας που έχει πάντα δίκιο: Δηλαδή, όποιος αμφισβητεί τον Πρόεδρο, αμφισβητεί τον «λαό» που τον ψήφισε και δεν μπορεί παρά να έχει αλλότρια κίνητρα – γι’ αυτό και η επίθεση στον Γενικό Ελεγκτή.
Η τελευταία, από την άλλη, δεν είναι παρά ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της επίθεσης ad hominem, που σημαίνει «ενάντια στο άτομο»: Δεν απαντάς σε αυτά που υποστηρίζει ο άλλος αλλά επιτίθεσαι στο άτομό του, και κατ’ επέκταση στις υποτιθέμενες προθέσεις του. Το επιχείρημα αυτό συνιστά επίσης μια λογική πλάνη, εφόσον μπορεί μεν να περιέχει αληθή στοιχεία (π.χ. ενδέχεται ο Γενικός Ελεγκτής να έχει όντως πολιτικές φιλοδοξίες), όμως δεν απαντά στη θέση του αντιπάλου, αλλά είναι μια άσχετη προσωπική επίθεση σ’ αυτόν με σκοπό να δυσφημίσει τη θέση του. Κάτι παρόμοιο είχε πρωτοπεί ο ίδιος ο Πρόεδρος πριν ένα χρόνο (συνέντευξη στο Omega): «O Γ. Ελεγκτής δεν μπορεί να μετατραπεί σε κυβερνήτη ή σε συγκυβερνήτη. Το Σύνταγμα προνοεί ότι κυβερνά τη χώρα εκείνος που ο λαός αναδεικνύει. […] Τις προάλλες είχε άποψη για τον δρόμο Πάφου – Πόλης. Να του δώσω μια θέση στο Υπουργικό Συμβούλιο για να αποφασίζει μαζί μας κατά πόσο θα πρέπει να πάρουμε την Α ή τη Β πολιτική απόφαση;». Αυτός είναι πολιτικός λόγος αντάξιος ενός Προέδρου της Δημοκρατίας, ή κατινίστικη προσβολή επιπέδου κομματικού καφενείου; Να θυμίσουμε ότι η Κομισιόν αμφισβητεί επίσης τους λόγους δημοσίου συμφέροντος που επικαλείται η κυβέρνηση για τον δρόμο, αλλά δεν συμφέρει στον Πρόεδρο να την κατηγορήσει, επειδή της είχε δώσει ο ίδιος… θέση στο Υπουργικό τον καιρό της τρόικας.
Κι όμως, τέτοιες καταχρηστικές επιθέσεις ad hominem, παρά τη χοντροκοπιά τους και την έλλειψη αποδεικτικών στοιχείων, πιάνουν τόπο στην κοινή γνώμη. Γι’ αυτό άλλωστε χρησιμοποιούνται τόσο στην πολιτική αντιπαράθεση, ειδικά σε προεκλογική περίοδο όπου τα επιχειρήματα σπανίζουν – και είναι φυσικό, αφού ποιο κύρος και αυθεντία μπορεί να επικαλεστεί με στοιχειώδη πειστικότητα κάποιος με αξιοπιστία υπό το μηδέν; Παρόλα αυτά οι κομματικές αγέλες, αν και συρρικνωμένες, υπάρχουν και κολακεύονται να τους λένε πως είναι μέρος της πλειοψηφίας που κυβερνά. Κάμποσα ευτράπελα λοιπόν αναμένουμε, εφόσον τέτοια θέλουν να ακούνε όσοι απέμειναν να παθιάζονται με τις υποτιθέμενες πολιτικές συζητήσεις, οι οποίες μοιάζουν όλο και περισσότερο με το Survivor: Κρίνουν (και ψηφίζουν) από τον τόνο της φωνής, το ανασηκωμένο φρύδι προς αντιπάλους και λεκτικές ακροβασίες όπως π.χ. αυτή διά στόματος Αβέρωφ Νεοφύτου: «Ο χρόνος για το Κυπριακό έχει σχεδόν απόλυτα (sic) εξαντληθεί, γι’ αυτό κάνουμε ό,τι μπορούμε σ’ αυτή την τελευταία προσπάθεια». Το ίδιο ακριβώς λέει με άλλα λόγια ο Άντρος Κυπριανού…
chrarv@phileleftheros.com