Του Στέφανου Κωνσταντινίδη, 29 Νοεμβρίου 2020
Πολλά γράφονται και ακούονται τον τελευταίο καιρό για το μέλλον των σχέσεων της Τουρκίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Στην πραγματικότητα η συζήτηση αυτή κρατάει χρόνια. Απλώς πρόκειται για μια νέα φάση με τις δικές της ιδιαιτερότητες. Εκείνο που έχει πάντως ξεκαθαρίσει, και αυτό το γνωρίζουν καλά και στην Άγκυρα και στις Βρυξέλλες, είναι ότι η Τουρκία δεν πρόκειται να γίνει πλήρες μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σιωπηρά όμως συμφέρει και στις δύο πλευρές να παραμένει η Τουρκία υποψήφια για ένταξη. Η μεν Τουρκία για να απομυζά σημαντικά κονδύλια «για την προετοιμασία» της ένταξης οι δε Ευρωπαίοι για να την κρατούν στο δυτικό μαντρί. Στην ουσία διαμορφώνεται σταδιακά μιας μορφής ειδική σχέση. Μια σχέση αμοιβαίων συμφερόντων. Της οποίας η βάση θα είναι η τελωνειακή ένωση από την οποία η Τουρκία κερδίζει δισεκατομμύρια.
Πολλοί εξέλαβαν την τελευταία δήλωση «αγάπης» του Ερντογάν προς την Ευρώπη –σχεδιάζουμε το μέλλον μας μαζί με την Ευρώπη!– σαν κίνηση τακτικής ενόψει της διάσκεψης κορυφής της ΕΕ. Ασφαλώς και υπήρχε και το στοιχείο αυτό στη δήλωσή του.
Ταυτόχρονα όμως εξέφραζε και την πάγια τουρκική πολιτική που πάει πίσω δύο αιώνες! Μόνο ανιστόρητοι μπορεί να πιστεύουν ότι η Τουρκία και η Ευρώπη θα χωρίσουν! Η τουρκική στροφή προς την Ευρώπη άρχισε επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με τους τελευταίους Σουλτάνους, συνεχίστηκε με το κίνημα των Νεοτούρκων αρχές του 20ού αιώνα και ολοκληρώθηκε από τον Μουσταφά Κεμάλ τον ιδρυτή της νέας Τουρκίας. Οι Ισλαμιστές ουδέποτε αμφισβήτησαν σοβαρά αυτή την ευρωπαϊκή πολιτική. Η άρχουσα τάξη στην Τουρκία, ειδικά η κοσμική αστική τάξη και οι διανοούμενοι, παραμένουν βαθιά προσηλωμένοι στην Ευρώπη και γενικότερα τη Δύση. Αλλά το ίδιο συμβαίνει και με την ισλαμική αναδυόμενη αστική τάξη της Ανατολίας που εκφράζει ο Ερντογάν και το AKP. Η τουρκική οικονομία είναι δεμένη με την Ευρώπη. Σχεδόν το 60% των τουρκικών εξαγωγών κατευθύνονται προς την Ευρώπη. Ένα δε περίπου 45% των τουρκικών εισαγωγών προέρχεται από την Ευρώπη. Αν προσθέσουμε στην οικονομία και την αμοιβαία γεωπολιτική εξάρτηση, μόνο όνειρα θερινής νυκτός είναι οι υποθέσεις απομάκρυνσης της Τουρκίας από την Ευρώπη και γενικότερα τη Δύση. Τα κοινά συμφέροντα είναι μεγάλα και αμοιβαία. Απλώς η Τουρκία εκμεταλλεύεται αυτό το πλαίσιο για την άσκηση εκ του ασφαλούς της νεο-οθωμανικής πολιτικής της, σοβαρής αντιστάσεως μη ούσης από την Ελλάδα και την Κύπρο, ούτε και από κάποια άλλη χώρα.
Όμως αυτό το πλαίσιο επιτρέπει στην Ελλάδα και την Κύπρο με τους κατάλληλους χειρισμούς-ελιγμούς και την αξιοποίηση των εμπλεκομένων συμφερόντων καθώς και των μηχανισμών της ΕΕ να υποχρεώσουν την Τουρκία να συμμορφωθεί με τους στοιχειώδεις κανόνες του διεθνούς δικαίου και να εγκαταλείψει την επεκτατική πολιτική της σε βάρος τους. Οι δύο χώρες είναι μέλη της ΕΕ και μπορούν να μπλοκάρουν τεράστια τουρκικά οικονομικά συμφέροντα. Για παράδειγμα θα μπορούσαν να μπλοκάρουν την τελωνειακή ένωση που επικαιροποιείται και αναβαθμίζεται με τη δική τους «καλή θέληση», με τη δική τους πολιτική του καλού παιδιού. Θα μπορούσαν να μπλοκάρουν δισεκατομμύρια που εκταμιεύονται από τα ταμεία της ΕΕ προς την Τουρκία. Το να «μπλοκάρουν» είναι σχετικό. Πριν φτάσουν εκεί θα πρέπει να μάθουν να υπερασπίζονται τα συμφέροντα τους μέσα από τους μηχανισμούς της ΕΕ όπως κάνουν όλα τα κράτη. Να μην τους θεωρούν ούτως ή άλλως ως δεδομένους στις Βρυξέλλες και στο Βερολίνο. Είναι απαράδεκτο να το πετυχαίνει η Τουρκία που δεν είναι καν μέλος της ΕΕ και να μην καταφέρνουν να υπερασπιστούν τα συμφέροντά τους δύο χώρες μέλη της. Το είδαμε με τη χρεοκοπημένη πολιτική του βέτο και των κυρώσεων.
Εννοείται ότι αυτά ισχύουν και για τα δύο κράτη, ελλαδικό και κυπριακό. Εννοείται επίσης και η ύπαρξη ισχυρής δύναμης ανάσχεσης και αποτροπής.
Αυτό βέβαια εξυπακούει και κράτη σοβαρά. Για να μη γελούν σε βάρος μας στην Ευρώπη και αλλού. Το έχω ξαναγράψει. Οι προκλήσεις είναι γνωστές. Είναι η οικοδόμηση ενός κράτους δικαίου, ενός κοινωνικού κράτους, μιας δίκαιης όσο γίνεται κοινωνίας χωρίς τις ηχηρές κοινωνικές ανισότητες, η αναβάθμιση της παιδείας που είναι μαζί –με τον πολιτισμό– ο ακρογωνιαίος λίθος μιας ποιοτικής ζωής και της κριτικής σκέψης των πολιτών, η εκρίζωση φυσικά της διαφθοράς και η εμβάθυνση της δημοκρατίας. Αν τα καταφέρναμε όλα αυτά, θα είχαμε ένα κράτος και μια κοινωνία που θα αντιμετώπιζαν και την τουρκική απειλή με καλύτερους όρους και θα μπορούσαμε να αντιπαραβάλουμε και διεθνώς αυτή τη δική μας ποιότητα της δημοκρατίας με την απέραντη φυλακή που είναι σήμερα η Τουρκία.
Πάντως, υπό τις παρούσες συνθήκες ο διάλογος δεν είναι δυνατός με την Τουρκία. Διότι αν πάμε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, είτε για το Αιγαίο είτε για το Κυπριακό, είναι ως να νομιμοποιούμε τα τετελεσμένα της τουρκικής εκβιαστικής στρατηγικής και να διαπραγματευόμαστε θέματα εθνικής κυριαρχίας. Θα είναι επίσης νομιμοποίηση του τουρκικού μπούλινγκ το οποίο θα επαναλαμβάνεται κάθε φορά που θα υπάρχει διαφωνία στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Υ.Γ. ΠΕΝΤΑΜΕΡΗΣ
Πενταμερής για το Κυπριακό: Ως πρόβατα επί σφαγήν! Με βρετανοτουρκικούς όρους! Με τους Τούρκους να ποδηλατίζουν στην Αμμόχωστο και με τα γεωτρύπανα τους στην κυπριακή ΑΟΖ. Και χωρίς την παρουσία της Κυπριακής Δημοκρατίας, ως εκλιπούσας! Το ελάχιστον που θα έπρεπε να απαιτήσουν στη Λευκωσία θα ήταν να τερματιστούν οι προκλήσεις στην Αμμόχωστο και την κυπριακή ΑΟΖ. Αν και το θέμα αφορά άμεσα τη Λευκωσία, η Αθήνα θα είχε επίσης λόγο. Αλλά ως γνωστόν ενώ η Τουρκία παραβιάζει την εδαφική κυριαρχία της Κυπριακής Δημοκρατίας, για την Αθήνα η Κύπρος κείται μακράν. Εδώ κάποιοι λένε τώρα ότι και το Καστελόριζο κείται μακράν!
*Πανεπιστημιακός, συγγραφέας της μυθιστορηματικής τριλογίας ΝΟΜΑΔΑΣ, Αθήνα, Εκδόσεις Βακχικόν, 2017-2019
stephanos.constantinides@gmail.com
Στέφανος Κωνσταντινίδης
Η Τουρκία, η Ευρώπη και εμείς
Posted in By Cyclamen