Οι 469 λέξεις που έγραψα την περασμένη Κυριακή περί λογοκρισίας και αυτολογοκρισίας, πολιτικής ορθότητας κ.λπ., συνοψίζονται πολύ εύγλωττα στη λαϊκή κυπριακή ρήση του σημερινού τίτλου της στήλης. Διότι περί αυτού πρόκειται: Οι sensitivity readers των εκδοτικών οίκων στις ΗΠΑ, οι λογοκριτές του διαδικτύου και οι κάθε λογής θιγόμενοι από οτιδήποτε δεν τους αρέσει, όλοι αυτοί που θέλουν να μας επιβάλουν τι να λέμε και πώς –από την κρατική εξουσία, τους πολιτικούς και την Εκκλησία ώς τη δικτατορία του όχλου που θέλει να ορίζεται ως «κοινή γνώμη», ή το διαβόητο «Γλωσσάρι» της ηγετικής ομάδας της Ένωσης Συντακτών, που μας νουθετεί να μη λέμε την κατοχή με το όνομά της μπας και προσβληθούν οι κατακτητές και οι μαριονέτες τους–, αυτό που επιδιώκουν στην ουσία όλοι τους είναι, αλλάζοντας τα ονόματα των πραγμάτων, να μην τα αναγνωρίζουμε πια.
Παρακολουθώ έκπληκτος, λόγου χάρη, τη σουρεαλιστική συζήτηση γύρω από τα δύο κράτη (επειδή έχουν αλλάξει οι «πραγματικότητες» όπως λέει ο Τατάρ στα κατεχόμενα, το ίδιο λέει πως θέλει και η Τουρκία, ενώ πολλοί λένε πως ο Αναστασιάδης το πρότεινε σαν τροφή για σκέψη ή όχι μόνο) και μου φαίνεται πως έχουμε πάθει κάτι σαν πολιτικό αλτσχάιμερ: Τι διαφορά έχει στ’ αλήθεια ο στόχος των δύο κρατών της Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας, ένας πομπώδης τίτλος που επιχειρεί να κρύψει το «δύο» μέσα σε κατασκευασμένες σύνθετες λέξεις που λένε το ίδιο πράγμα αλλιώς (δι-ζωνική, δι-κοινοτική) με λίγη ψευτοομοσπονδιακή σάλτσα; Και ποιες είναι οι «πραγματικότητες»; Να νομιμοποιηθεί, δηλαδή, η παράνομη ανακήρυξη του ψευδοκράτους επειδή τα πολλά χρόνια που πέρασαν μας οδηγούν σε διχοτόμηση, όπως επαναλαμβάνουν φορτικά οι γνωστοί όψιμοι κινδυνολόγοι – άρα να τη δεχτούμε εμείς πρώτοι για να τους τη φέρουμε;
Όμως, εκτός από το Κυπριακό, οι κυβερνώντες εφαρμόζουν το ιδιότυπο γλωσσάρι τους όπου μπορούν – «άλλα λόγια θκειε παπά», επειδή φοβούνται ότι μπορεί να βγούμε απ’ τα ρούχα μας και να τους πάρουμε με τις πέτρες. Τρανό παράδειγμα η περίπτωση της πανδημίας: Γιατί έχουμε περιορισμούς, κλείσιμο σχολείων, επιχειρήσεων κ.λπ.; Για να εμποδιστεί η μετάδοση του ιού, βεβαίως· όμως όταν λένε πως στόχος είναι να μην ξεπεραστούν οι αντοχές του συστήματος Υγείας, οι διαθέσιμες κλίνες εντατικής θεραπείας κ.ά., στην ουσία μας λένε με άλλα λόγια πώς εμείς φταίμε που αρρωσταίνουμε και όχι το σύστημα που είναι ανεπαρκές – γιατί παρακαλώ; Επειδή έτσι το σχεδίασαν οι ίδιοι, δίνοντας προτεραιότητα στην ανάπτυξη, μια λέξη στο γλωσσάρι τους με την οποία εννοούν αποκλειστικά τον τουρισμό, τους δρόμους, τους πύργους, τα καζίνα, τις χαζοπλατείες και τις επενδύσεις–αρπαχτές με τα διαβατήρια.
Είναι αλήθεια ότι το διαδίκτυο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κατάντησαν μια ζούγκλα μυθοπλασίας και εκτόνωσης απωθημένων. Οι πολιτικοί όμως έχουν μια σχέση αγάπης–μίσους μαζί τους: Τα λατρεύουν όταν περνούν τη δική τους προπαγάνδα, αλλά σιχαίνονται τον ανταγωνισμό και καταγγέλλουν στις Αρχές όσους κάνουν το ίδιο εις βάρος τους. Και είναι γνωστό ότι οι τελευταίες έχουν μια επιλεκτική ευαισθησία υπέρ των εργοδοτών τους.
chrarv@phileleftheros.com