«Είναι αδιανόητο να πιστεύουν κάποιοι ότι μπορεί η Κύπρος να μετατραπεί σε προτεκτοράτο της Τουρκίας», έλεγε ο Νίκος Αναστασιάδης (20/8/2017), όταν μετά το ναυάγιο του Κραν Μοντάνα λύθηκε κάπως η γλώσσα του κι άρχισε να αποκαλύπτει τις διαπιστώσεις του από τις διαπραγματεύσεις, που έκανε ο ίδιος κι όχι κάποιος πολιτικός του «απορριπτικού μετώπου». Όμως, τώρα που βρισκόμαστε ξανά μπροστά στην επιστροφή στο τραπέζι διά της πενταμερούς, φαίνεται πως ακόμα και οι δικοί του άνθρωποι τα ξέχασαν όλα. Κι άρχισαν να κατηγορούν όσους αμφιβάλλουν για την όποια θετική κατάληξη κι όσους ζητούν να ακολουθήσουμε άλλη τακτική διότι η μέχρι τώρα μάς οδήγησε όσο ποτέ προηγουμένως στη ντε γιούρε διχοτόμηση. Τους θυμίζω, λοιπόν, ότι μετά από τρία χρόνια διαπραγμάτευσης ο διαλλακτικός ή ενδοτικός ή Ανανικός Νίκος Αναστασιάδης, διαπίστωνε ότι «για να υπάρξει λύση του Κυπριακού πρέπει πριν και πάνω απ’ όλα να λυθεί το θέμα των εγγυήσεων των επεμβατικών δικαιωμάτων και ο καθορισμός χρονοδιαγράμματος για αποχώρηση των κατοχικών στρατευμάτων» (15/10/2017) και όχι η ισοπέδωση που σήμερα προβάλλεται μέσα από όσα λέγονται περί της δήθεν άρνησης μας να δώσουμε στους Τουρκοκύπριους την πολιτική ισότητα. Δυστυχώς, όμως, έλεγε ο Πρόεδρος «παρά τις προσπάθειες η Τουρκία για άλλη μια φορά τήρησε τη στάση που για 43 χρόνια τηρεί. Όποιος και να ήταν ο Πρόεδρος όποια και αν ήταν η πολιτική που ακολουθούσαμε». Ή, όπως είπε πριν από αυτό: «Δυστυχώς, άλλες ήταν οι βουλές της Άγκυρας. Ο έλεγχος ολοκλήρου της πατρίδας μας» (7/9/2017).
Τα επαναλαμβάνω γιατί φαίνεται πως εύκολα ξεχνούμε και ανεύθυνα επαναλαμβάνουμε τα ίδια λάθη. Όποιος και να ήταν ο Πρόεδρος όποια και αν ήταν η πολιτική που ακολουθούσαμε, όποιες κι αν ήταν οι υποχωρήσεις και οι συμβιβασμοί που κάναμε, η Τουρκία τηρούσε την ίδια στάση: Να μας οδηγήσει σε μια διευθέτηση που θα της επέτρεπε τον έλεγχο ολοκλήρου της πατρίδας μας. Κι ενώ περιμένεις ότι θα το έχουν αντιληφθεί όλοι, διότι τους το λέει ένας Αναστασιάδης που δεν μπορούν να κατηγορούν για «πατριωτικές κορώνες», και θα προσπαθούσαν αυτό να αντιμετωπίσουν, επανέρχονται στα ίδια και στα ίδια, στα σαθρά επιχειρήματα δεκαετιών, στις ουτοπίες που δήθεν θα ικανοποιούσαν τους Τουρκοκύπριους όταν το πρόβλημα είναι η Τουρκία και όχι ο δικοινοτισμός, και που τώρα εστιάζονται σε αυτό που ονομάζουν πολιτική ισότητα. Μίλησε και γι΄ αυτό, όμως, ο Πρόεδρος. «Δεν μπορεί η μειοψηφούσα κοινότητα να θέλει να επιβληθεί στην πλειοψηφούσα μέσα από αξιώσεις, όπως είναι η θετική ψήφος των Τουρκοκυπρίων», είπε, «από την ώρα που έχουμε δεχθεί την πολιτική ισότητα, ότι δεν μπορεί να διεκδικεί η μια κοινότητα να κυβερνήσει την άλλη». Αλλά, δεν θα είχε πρόβλημα «και ανοχής κάποιων ανεπιθύμητων συμβιβασμών», αν οι Τουρκοκύπριοι «ήταν ανεξάρτητοι και μακράν κάθε επιρροής ή εξάρτησης», αλλά «φαίνεται, δυστυχώς, να εξαρτώνται απόλυτα από την Άγκυρα» (24/6/2018). Προσθέτοντας σε αυτά και το ότι «η Τουρκία θέλει να συνεχίσουν αναχρονιστικές εγγυήσεις, αλλά και μονομερή δικαιώματα επέμβασης, αλλά και ύπαρξη στρατιωτικής βάσης και μόνιμη παρουσία τουρκικού στρατού», καταλήγει ως προειδοποίηση: «Θα είμαστε ένα υποχείριο της Άγκυρας, ένα προτεκτοράτο της Άγκυρας».
Δεν ανησυχούν για όλα αυτά οι υπόλοιποι; Πιστεύουν, ακόμα και υποστηρικτές του Αναστασιάδη, ότι δεν είναι αυτή η αλήθεια και τα λέει αυτά γιατί ξαφνικά έπαθε μετάλλαξη κι ενώ πολιτεύτηκε τρεις – τέσσερις δεκαετίες ως ένας εκ των κορυφαίων ηγετών του λεγόμενου «ενδοτικού μετώπου» ή έστω της «ρεαλιστικής σχολής», τώρα αποφάσισε να κλείσει την πολιτική καριέρα του ως «απορριπτικός»; Αλλά, μια και σήμερα υπενθυμίζω τις διαπιστώσεις του Νίκου Αναστασιάδη, μετά που δοκίμασε την πολιτική του με έναν εξίσου διαλλακτικό Τουρκοκύπριο, να θυμίσω και αυτό που θα έπρεπε να καθορίζει την πολιτική μας απ΄ εδώ και πέρα, μα δυστυχώς συνεχίζουμε ως αιθεροβάμονες. Το ομολόγησε 20/7/2020: «Η πολιτική του κατευνασμού, δεν πρόκειται να επιφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα σε σχέση με την Τουρκία. Δοκιμάστηκε και έχει αποτύχει. Τουναντίον, αντί να λειτουργεί υποστηρικτικά ως προς την υιοθέτηση μιας λογικής, ρεαλιστικής και συνάδουσας με το διεθνές δίκαιο στάσης, εκτρέφει ακόμη περισσότερο τη μεγαλομανία, τις παράνομες δράσεις, τις εκβιαστικές προσεγγίσεις και τις επικίνδυνες ψευδαισθήσεις μίας χώρας που θεωρεί τον εαυτό της ως ηγέτιδα της περιοχής και όχι μόνο». Ας συνεχίσουμε, λοιπόν, αφού μας αρέσει να κοροϊδεύουμε τους εαυτούς μας…
aristosm@phileleftheros.com