Τρέμει ο πισινός μας, όχι μόνο με την περιρρέουσα ατμόσφαιρα και όσα ακούγονται τόσο από κατοχικής πλευράς όσο και από την Κυπριακή Δημοκρατία. Όσα ακούγονται για τη στροφή σε λύση δύο κρατών, χαλαρής ομοσπονδίας, συνομοσπονδίας, ή ακόμα και εμμονής στη Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία, είναι ένα καζάνι που σιγοβράζει και καρτερεί τον κυπριακό Ελληνισμό για να δέσει το φαΐ. Οι εναγώνιες εκκλήσεις της αντιπολίτευσης και οι διαβεβαιώσεις της συμπολίτευσης βαραίνουν περισσότερο το κλίμα κι ο λαός δεν ξέρει πού να πατήσει και πού να πάει.
Τις πταίει; Έχει κανέναν που δεν φταίει; Η ατάκα του Αβέρωφ Νεοφύτου ενώπιον του Γιαννάκη Καρεκλά είναι ενδεικτική: «Αν δεν λύσει το Κυπριακό ο Αναστασιάδης, δεν λύεται». Δεν είναι αυθαίρετη άποψη του προέδρου του κυβερνώντος ΔΗΣΥ, που ακροβατεί ανάμεσα στον ενδοτισμό (βλ. πατριωτικός ρεαλισμός) και στα… εθνικόφρονα σωματεία, μα μια καλά χωνεμένη πολιτική θέση όσων έδωσαν τα κλειδιά του Κυπριακού στον Αναστασιάδη και τώρα ψάχνουν το λάθος.
Και δεν είναι μόνο ο σκληρός πυρήνας του ΝΑΙ εντός ΔΗΣΥ (μα και οι Συναγερμικοί του ΟΧΙ) που έδωσαν –εκ των πραγμάτων– λευκή επιταγή στον Πρόεδρο Αναστασιάδη, τόσο το 2013 όσο και το 2018, για να κάνει ό,τι του καπνίσει στο Κυπριακό. Είναι και το ΑΚΕΛ, που τον έβγαλε δυο φορές με τις επιλογές του και μέχρι το 2017 ήταν αξιωματική… συμπολίτευση, αλλά και όλος εκείνος ο κόσμος που κάθε τρεις και λίγο εμφανίζεται για να επιβεβαιώσει πως μπορεί να πουλήσει και τη μάνα του για την επαναφορά του σχεδίου Ανάν. Σ’ αυτό τον κόσμο είναι και δημοσιογράφοι, ακαδημαϊκοί, συγγραφείς, καλλιτέχνες, opinion leaders και ακομμάτιστοι «ναινέκοι» (λίβελλος) που τώρα το παίζουν θιγμένοι, ανακαλύπτοντες πως ο Αναστασιάδης είναι διεφθαρμένος, θέλει δύο κράτη και δεν θέλει Διζωνική γιατί θα χάσει τα εκατομμύρια του δικηγορικού γραφείου και των χρυσών διαβατηρίων.
Εν ολίγοις, η ατάκα του Αβέρωφ δεν απέχει από την πραγματικότητα. Είναι γεγονός πως ο μοναδικός που μπορούσε να φέρει την Κύπρο σε αυτή την κατάσταση είναι ο Αναστασιάδης. Όχι γιατί μίλησε για χαλαρή ομοσπονδία ή δύο κράτη, αλλά γιατί από την πρώτη μέρα της διακυβέρνησής του μέχρι και τις 7 Ιουλίου 2017, έδωσε τα ρέστα του για τη ρεβάνς, για την επαναφορά του σχεδίου Ανάν με χειρότερους από το 2004 όρους και με τον ευσεβοποθισμό πως θα έπειθε τον λαό να συναινέσει. Ή, ακόμα χειρότερα, πως θα το υπέγραφε ερήμην του λαού που το απέρριψε.
Την ατάκα, λοιπόν, του προέδρου του ΔΗΣΥ την έλεγαν και όσοι σήμερα «μουτζώνουν» τον Αναστασιάδη και τον δακτυλοδείχνουν ως απορριπτικό. Μας τον έβαλαν πας στην ράσιην μας δυο φορές (το δις εξαμαρτείν, που λέμε), όχι για να παλέψει για τα δίκαια του κυπριακού Ελληνισμού, αλλά για να αποδεχτεί όλους τους παραλογισμούς της τουρκικής πλευράς και να υποβιβάσει εκ νέου το Κυπριακό σε δικοινοτικό ζήτημα, στα βήματα πάντα του προκατόχου του, Δημήτρη Χριστόφια. Η χειροβομβίδα εξερράγη στα χέρια του μεγαλύτερου θιασώτη της, στο Κραν Μοντανά. Οι Τούρκοι τα ήθελαν όλα και ο ΟΗΕ έπαιξε το παιχνίδι τους. Κι από τότε, οι αναστασιαδικότεροι του Αναστασιάδη αρθρογράφοι, συγγραφείς, «διανοούμενοι» και εσχάτως ιδεολόγοι αριστεροί και «πεντακάθαροι», ανακάλυψαν τα διαβατήρια – «ψευτοπροφήτης κι από πάνω, σαν το τρελό του Άκη Πάνου, μόνο που αυτός ακούει Έλβις» – και παρασκηνιακές διαβουλεύσεις κατόπιν εορτής. Αυτοί δημιούργησαν τον Νίκο Αναστασιάδη. Και πρέπει να δώσουν εξηγήσεις.