Σιενέρ Λεβεντ, 16 Απριλίου 2021
Με ρωτά ένας νέος τριάντα χρόνων που δεν έζησε εκείνες τις μέρες. «Ποιος έκανε το έγκλημα στο μπάνιο; Οι Έλληνες ή οι Τούρκοι;» Τι να πω; Όπως γίνεται αντιληπτό, δεν πιστεύει και πολύ αυτά που λέγονται από επίσημα χείλη. Αμφιβάλλει. Τον πήραν και αυτόν σε εκείνο το σπίτι με το σχολείο όταν ήταν στο δημοτικό. Συγκινήθηκε πολύ, λέει. Ποιος δεν συγκινείται άλλωστε από τη δολοφονία τριών παιδιών με τη μητέρα τους μέσα στην μπανιέρα; «Γιατί ρωτάς;», του είπα. «Μας είπαν ότι τους σκότωσαν με βάρβαρο τρόπο οι Ελληνοκύπριοι. Αλλά εγώ άκουσα και άλλα πράγματα», είπε. «Τι είδους πράγματα;» «Η τουρκοκυπριακή ηγεσία πάντα στόχευε κάτι. Να φέρει εδώ την Τουρκία. Να δημιουργήσει σοβαρούς λόγους για την επέμβαση του τουρκικού στρατού. Μήπως δεν μπορεί να έχει σχεδιαστεί εκ μέρους τους και αυτό το έγκλημα;»
Ανάμεσα στον λαό λέγεται ότι ο Ντενκτάς είπε ότι «μας χρειάζονται περισσότεροι πεσόντες». Το είπε πράγματι; Δεν μπορώ να το ξέρω, όμως είμαι βέβαιος ότι ήθελε να φέρει την Τουρκία εδώ με οποιοδήποτε κόστος. Ένα κομμάτι απ’ αυτά ήταν και τα γεγονότα στην Κοφίνου και στον Άγιο Θεόδωρο το 1967. Έγινε ό,τι έγινε όταν οι Τούρκοι έκλεισαν τον μόνο δρόμο που πήγαινε από την Κοφίνου προς τον Άγιο Θεόδωρο. Ο Γρίβας επιτέθηκε εκεί με όλη του τη δύναμη. Τέλειωσε με πολύ αίμα αυτή η επίθεση. Ένας Ελληνοκύπριος φίλος μου δεν μπορούσε να συγκρατήσει τα δάκρυά του όταν μου περιέγραφε αυτό το γεγονός μετά από χρόνια. «Ήμουν και εγώ ανάμεσα στους στρατιώτες που επιτέθηκαν στο χωριό κάτω από τις διαταγές του Γρίβα», είπε, και πρόσθεσε: «Δεν μπορώ να ξεχάσω ποτέ όσα είδα εκείνη την ημέρα. Ένας από τους στρατιώτες μας προσπαθούσε να πάρει το χρυσό δαχτυλίδι που είχε στο χέρι ένας Τουρκοκύπριος τον οποίο είχε σκοτώσει, αλλά δεν μπορούσε να το βγάλει από το δάχτυλό του. Στο τέλος έκοψε το δάχτυλο και πήρε το δαχτυλίδι». Αυτή η επίθεση ήταν ένα από το σημαντικότερα γεγονότα που ώθησαν τη στρατιωτική επέμβαση της Τουρκίας. Δόθηκε τελεσίγραφο στην ελληνοκυπριακή πλευρά. Και κατόπιν τούτου, ο Γρίβας και μια ελληνική μεραρχία αναγκάστηκαν να αποσυρθούν και να επιστρέψουν στην Ελλάδα. Η Κοφίνου ήταν σε μια πολύ στρατηγική τοποθεσία, πάνω στον δρόμο Λευκωσίας-Λεμεσού, και ήταν η μόνη διαδρομή που οι Τουρκοκύπριοι θα μπορούσαν να ελέγχουν ολόκληρο το νησί. Δηλαδή, εκείνοι που έκαναν το σχέδιο το οποίο θα προκαλούσε τη στρατιωτική επέμβαση της Τουρκίας, είχαν διαλέξει πολύ εύστοχα αυτή την περιοχή.
Ας έρθουμε στην ερώτηση του νέου. Και στο έγκλημα στο μπάνιο και πάλι. Κάποιες αλήθειες σε σχέση με το γεγονός αυτό δεν ήταν γνωστές πριν δημοσιευθούν στην εφημερίδα «Αβρούπα». Εμείς τις αποκαλύψαμε. Πρώτα απ’ όλα υπάρχει το εξής: η μητέρα και τα παιδιά που λεγόταν ότι δολοφονήθηκαν στην μπανιέρα, δεν δολοφονήθηκαν εκεί. Δολοφονήθηκαν εκτός του μπάνιου και τοποθετήθηκαν ύστερα στην μπανιέρα. Δημοσιεύσαμε τη φωτογραφία του μπάνιου χωρίς αίματα. Τα πτώματα ήταν εκτός του μπάνιου. Δεύτερον, ήταν μια σκηνοθεσία εκείνη η γνωστή φωτογραφία που διανεμήθηκε στην κοινότητα και σε ολόκληρο τον κόσμο. Δηλαδή, πρώτα τοποθετήθηκαν στην μπανιέρα με διαφορετικό τρόπο και μετά τους άλλαξαν τρόπο. Έβαλαν τα ματωμένα πτώματα των παιδιών με τον τρόπο που θεωρούσαν ότι θα επηρέαζε πιο πολύ. Εμείς δημοσιεύσαμε και τη φωτογραφία με τον πρώτο τρόπο. Τρίτον, υπήρχαν και κάποιοι που βγήκαν ζωντανοί εκείνο το βράδυ από το σπίτι. Όμως, για κάποιον λόγο εκείνοι δεν μιλούν πολύ. Δεν μπορέσαμε να βρούμε έναν πραγματικό μάρτυρα να μας διηγηθεί το γεγονός. Και η ελληνοκυπριακή πλευρά δεν ασχολήθηκε πολύ με αυτό το θέμα. Δεν προσπάθησε να το διαλευκάνει. Όπως γίνεται αντιληπτό, δεν είχε και πολύ σημασία για εκείνους. Όμως, το ματωμένο μπάνιο ήταν η εικόνα της προπαγάνδας μας.
Ο Μπαϊρακτάρης Κενάν Τζοϊγκούν, ο οποίος ανέλαβε την ηγεσία της Τουρκικής Οργάνωσης Αντίστασης στη δεκαετία του 1960, είχε αποσυρθεί από την Τουρκία μετά τη δολοφονία του πιο δεινού εκτελεστή της ΤΜΤ Αλπάι το 1967 στο κελί του στο αστυνομικό τμήμα που τον είχε σκοτώσει ο ίδιος. Αργότερα εγκαταστάθηκε στην Κύπρο και πέρασε τη σύνταξή του ανάμεσά μας. Ένας από τους λόγους της απόσυρσης του Κενάν Τζοϊγκούν ήταν και η αποκάλυψη της πραγματικής του ταυτότητας εκ μέρους μιας ελληνοκυπριακής εφημερίδας. Όλοι τον ήξεραν ως «Μπόζκουρτ». Σε μια συνομιλία του με έναν φίλο του, με τον οποίο κουβέντιαζε κατά τα χρόνια της συνταξιοδότησής του, είπε το εξής σε σχέση με τον Αλπάι τον οποίο σκότωσε: «Έπρεπε κάποιος να το κάνει αυτό». Τι σημαίνει αυτό; Εσείς τι καταλαβαίνετε απ’ αυτό; Εγώ καταλαβαίνω το εξής: Ο Αλπάι γνώριζε πολύ σημαντικά μυστικά. Και είχε αρχίσει να μιλά απ’ εδώ και απ’ εκεί. Γι’ αυτό έπρεπε να φύγει από τη μέση.
Αν ζούσε ο Αλπάι, ίσως μια μέρα να τα διηγείτο αυτά. Δολοφονήθηκε και φιμώθηκε. Και οι άλλοι δεν μίλησαν καθόλου. Και εμείς, ακόμα ακολουθούμε τα ίχνη των φονιάδων.